Σε ένα κατάμεστο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στην αίθουσα «Αιμίλιος Ριάδης», παρακολούθησα με αμείωτο ενδιαφέρον την παράσταση «Φθινοπωρινή Ιστορία», ένα κείμενο του ρώσου θεατρικού συγγραφέα Αλεξέι Αρμπούζοφ, με την ιδιαίτερη σκηνοθετική ματιά της Βάνας Πεφάνη.
Ανέκαθεν με ιντρίγκαραν τα κείμενα που περιέπλεκαν τις ζωές ανθρώπων για καλό σκοπό. Πόσω μάλλον όταν οι εν λόγω άνθρωποι τυγχάνουν άγνωστοι. Η Λύντια Βασιλίεβνα (Πέμη Ζούνη) και ο Ροντιόν Νικολάγιεβιτς (Σταύρος Ζαλμάς) συναντιούνται τυχαία σε ένα «ησυχαστήριο». Εκείνη είναι τρόφιμος, μια λέξη που διόλου της αρέσει, ενώ εκείνος είναι ο διοικητικός υπεύθυνος. Αμφότεροι είναι με τον τρόπο τους ταμπουρωμένοι, έχουν δημιουργήσει ποικιλόμορφα οχυρά προκειμένου να αναχαιτίσουν οποιαδήποτε «επίθεση» κατευθύνεται προς την καρδιά τους, ο δε Ροντιόν στην αρχή είναι κολοσσιαία πόρτα δίχως κλειδαριά. Σταδιακά και με το πέρασμα των ημερών σαν άλλες πίστες από βιντεοπαιχνίδι, παρατηρούμε τους δυο χαρακτήρες να πλησιάζουν διστακτικά ο ένας τον άλλο, μήπως και καταλάβουν ξανά πως ο έρωτας και τα πάσης φύσεως όμορφα αισθήματα υπάρχουν ακόμα, άνευ ηλικίας.
Δίχως να θέλω να περιγράψω πολύ τι γίνεται καθόλη την διάρκεια της παράστασης, θα πω μονάχα πως η πρώτη κιόλας σκηνή του έργου με γοήτευσε. Και τούτο γιατί οι δυο ήρωες εισάγονται στη σκηνή όπου θα εξελιχθεί το ομορφότερο παιχνίδι όλων των εποχών με έναν συγκεκριμένο τρόπο: Βγαίνουν από τη θάλασσα. Με σύμμαχο τη τεχνολογία ενός προτζέκτορα, ο οποίος και δημιουργεί μια γαλήνια εικόνα ακτής, οι δύο χαρακτήρες ανταμώνουν, κοιτάζονται και παίρνουν τις θέσεις τους. Αποτελεί χρόνια, πάγια άποψη μου ότι ο άνθρωπος προέρχεται από τη θάλασσα. Τη θάλασσα που δημιουργεί κόσμους, ευνοεί έρωτες, ναυαγεί ιστορίες και μεθά τους ανθρώπους που την αγαπούν. Ως εκ τούτου, άμα τη εμφανίσει των ηρώων, είδα την σκέψη μου να αποκτά σάρκα και οστά, γεγονός που με προϊδέασε θετικά για το τι θα ακολουθούσε.
Η σκηνοθεσία της Βάνας Πεφάνη μετέφερε στο σήμερα ένα έργο που γράφτηκε τον προηγούμενο αιώνα. Ένα σήμερα που θέλει τους ανθρώπους αποξενωμένους, στερημένους ουσιαστικής συντροφιάς. Για να είμαι ειλικρινής, η παράσταση δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα άλλο κλασικό ρομάντζο. Με ευφυείς και χιουμοριστικός διαλόγους, οι χαρακτήρες συμμετέχουν σε ένα διαρκές βαλς, μόνο που στη περίπτωση αυτή οι ρόλοι εναλλάσσονται. Δεν υπάρχει ο καβαλιέρος και η ντάμα, τα κοστούμια αυτών ενδύονται πότε ο ένας και πότε ο άλλος χαρακτήρας. Καθώς τους έβλεπα και τους άκουγα να μιλούν, σκεφτόμουν πως με περισσή άνεση θα μπορούσα να τους φανταστώ ως τη γυναικεία και την ανδρική φύση ενός ανθρώπου, με τη μια να μη μπορεί να υπάρχει δίχως την υπόσταση της άλλης.
Η αφαιρετική προσέγγιση όσον αφορά στα σκηνικά πέτυχε διάνα. Πλην ελαχίστων άλλων σκηνικών αντικειμένων, ιδίως πραγμάτων που διέθεταν οι χαρακτήρες, όλα τα υπόλοιπα σκηνικά ήταν μαύρα ατσάλινα πλαίσια και κύβοι. Έμοιαζαν πολύ με κουτάκια, ξέρετε, σαν και αυτά όπου μπαίνουμε μόνοι μας, κάνοντας τη ζωή μας δυσκολότερη. Όμως, ουδέποτε πρέπει να ξεχνάμε πως τα πλαίσια αυτά λειτουργούν ως δίοδοι, κάποιος μπορεί να μπει σε αυτά, αλλά και να αποχωρήσει όποτε το καταλάβει πως έχει αυτή τη δυνατότητα. Η Λίντια και ο Ροντιόν μάλλον το κατάλαβαν…
Η Πέμη Ζούνη και ο Σταύρος Ζαλμάς με την σταθερή τους υποκριτική αξία δίνουν ζωή σε τρυφερούς χαρακτήρες που θέλουν να σπάσουν τα ηλικιακά δεσμά, απλά ίσως φοβούνται να το παραδεχτούν, πρωτίστως στον ίδιο τους τον εαυτό. Αλληλοσυμπληρώνονται τόσο αβίαστα πάνω στην σκηνή, την οποία και γεμίζουν με γενναιοδωρία. Ο Ροντιόν φαίνεται να έχει χάσει ένα κουμπί από το σακάκι του, το οποίο και η Λίντια προσφέρεται να επιδιορθώσει. Σκέφτηκα πως η ίδια ήταν το κουμπί που του έλειπε, το αποκούμπι του, η ομπρέλα απέναντι στη καταιγίδα. Δεν θα μπορούσα να παραλείψω τον Στέφανο Δαφνή, ο οποίος, αν και δεν συμμετείχε με κείμενο στη παράσταση, χάριζε ακριβώς εκεί που έπρεπε την κατάλληλη μουσική υπόκρουση με νότες από τρομπέτα.
Η παράσταση επέστρεψε στην Αθήνα, στις ρίζες της, στο θέατρο «Αλέκος Αλεξανδράκης». Εάν τύχει και θελήσετε να δείτε μια παράσταση που τα εμπεριέχει όλα, τη συστήνω ανεπιφύλακτα.
Γράφει ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΕΡΤΣΙΔΗΣ
Για περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση ακολουθήστε τον παρακάτω σύνδεσμο: Η "Φθινοπωρινή Ιστορία" του Αλεξέι Αρμπούζωφ στο Θέατρο Αλέκος Αλεξανδράκης
Συνέντευξη με την Βάνα Πεφάνη: Ανέκαθεν με ενδιέφερε η άγνωστη «πίστα»