ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

"Γίδα ή σκύλος;" - "Μονόλογος ή διάλογος;"


Δύο από τα έργα που ξεχώρισαν την προηγούμενη θεατρική περίοδο ήταν: «Ο άνθρωπος σκύλος» με τον Κωνσταντίνο Ραβνιωτόπουλο και "Η Γίδα ή ποια είναι η Σύλβια" του Έντουαρντ Άλμπι με πρωταγωνιστή τον Νίκο Κουρή! Το πρώτο ένας απαιτητικός μονόλογος και το δεύτερο ένα συγκλονιστικό θεατρικό έργο.

Για το μονόλογο πάντα ακούς να λένε για τον ηθοποιό: "Και  μόνο που είναι τόση ώρα μόνος του, μπράβο.» Αρκετές φορές αυτό λειτουργεί και ως άλλοθι, όταν το αποτέλεσμα δεν είναι το αναμενόμενο. Ταυτόχρονα αποτελεί και το σημείο υπεροχής του μονολόγου απέναντι στο πολυπρόσωπο έργο, όπου και εκεί όμως πάντα κάποιος ξεχωρίζει.


Τον Νίκο Κουρή τον θαύμασα! Όσοι είδατε τη "γίδα", θα θυμάστε ότι στην αρχή πριν αρχίσει το έργο, είναι μόνος του επί σκηνής και επιδίδεται με απόλυτη αυτοσυγκέντρωση σε έναν δικό του εσωτερικό μονόλογο! Τον θαύμασα επειδή είδα το έργο δύο φορές και τις δύο φορές έκανε ακριβώς το ίδιο με την ίδια αφοσίωση και τις ίδιες ακριβείς κινήσεις. Τη δεύτερη φορά μάλιστα, που ένας από τους συμπρωταγωνιστές του, σε μια συγκεκριμένη σκηνή, δεν ήταν τόσο καλός, ο Νίκος Κουρής με την εμπειρία του, το προσπέρασε και έγινε ακόμα καλύτερος παίρνοντας πάνω του όλη τη σκηνή!

Για τον Κωνσταντίνο Ραβνιωτόπουλο αυτό το "εμπόδιο" ναι μεν δεν υπήρχε, αλλά από ποιόν να πιαστεί, ποιόν να έχει συμπαίχτη και ποιόν να προσπεράσει; Μοναδικό του εμπόδιο ο εαυτός του και η ανάγκη να κατακτήσει ένα πολύ μεγάλο κείμενο, που και μόνο η εκμάθησή του ήταν άθλος. Χρειάστηκε ένα εξάμηνο προβών, αλλά και πρόβες ακόμα και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων, οι οποίες δυστυχώς ήταν και λίγες και με συχνότητα μια την εβδομάδα. Αυτό είναι ένα άλλο μειονέκτημα του μονολόγου. Συνήθως παίζεται για λιγότερες παραστάσεις και για μικρότερο χρονικό διάστημα όπου ο ηθοποιός πρέπει να καλύψει με ενδιάμεσες πρόβες, ή διάβασμα και αυτό το κενό.


Οι πρόβες… Οι ώρες που ο ηθοποιός δεν έχει απέναντί του το κοινό, να νιώσει ή και να πάρει την ενέργειά του. Ακόμη πιο δύσκολο, εάν κάνει μονόλογο… Είναι σαν να παίζει… σκουός! Δηλαδή χτυπάει τη μπάλα με τη δύναμή του, τη ρακέτα του, ή το ταλέντο του, αν προτιμάτε και την στέλνει πίσω με την ίδια δύναμη ένας τοίχος.

Όταν όμως πέσει ο τοίχος, ο τέταρτος τοίχος που λέμε στο θέατρο, και έχεις μπροστά σου το κοινό και εξελιχτούν όλα όπως πρέπει και με επιτυχία τότε… Στην περίπτωση του πολυπρόσωπου έργου, όλοι είναι νικητές και γεύονται την επιτυχία! Στην περίπτωση του μονόλογου νιώθεις ο βασιλιάς του κόσμου, έστω και μέχρι την επόμενη παράσταση, την επόμενη αναμέτρηση.


Εάν θέλετε συμπέρασμα από τη σύγκριση;  ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ! Διότι και τα δύο για μένα έχουν ένα κοινό παρανομαστή: την ικανότητα, αλλά κυρίως την πειθαρχία που απαιτείται και που σπανίζει πια στο θέατρο, για να ξεπεράσεις τα εμπόδια, να παίξεις με τον εαυτό σου, με τον συμπαίχτη σου  προς χάριν του κοινού και του εφήμερου…

Καλό καλοκαίρι, με καλές παραστάσεις και έναν ωραίο θεατρικό χειμώνα!