ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

Leonard Cohen - Αφιέρωμα στον ανίκητο δημιουργό


Ο Λεονάρντο Κοέν ήταν μουσικός (συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής) της ποπ, της ροκ, αν και τα τραγούδια του -κυρίως μπαλάντες- έχουν πολλά στοιχεία από την αμερικανική μουσική κάντρυ και τη μουσική των ευρωπαϊκών καμπαρέ. Τα κύρια θέματα της δημιουργίας του ήταν η αγάπη, ο έρωτας, η μοναξιά, η θλίψη, η πίστη, χωρίς ωστόσο να λείπουν και οι τοποθετήσεις σε κοινωνικοπολιτικά θέματα όπως ο πόλεμος, οι εκτρώσεις, κ.α.


Γεννιέται στο Μόντρεαλ του Καναδά το 1934. Ο πατέρας του είναι ευκατάστατος Εβραίος έμπορος υφασμάτων. Σε ηλικία έξι ετών, ο Κοέν χάνει τον πατέρα του και αυτό τον σημαδεύει για όλη του τη ζωή. Έφηβος μαθαίνει κιθάρα και γίνεται μέλος του μουσικού γκρουπ Buckskin Boys, το οποίο παίζει κάντρυ μουσική. Αργότερα, τον καιρό που είναι σπουδαστής στο Πανεπιστήμιο McGill, δίνει τα πρώτα του ποιήματα που τον έκαναν γνωστό στους καναδικούς λογοτεχνικούς κύκλους.

Το 1960 αγοράζει ένα σπίτι στην Ύδρα, στην οποία διαμένει για αρκετά χρόνια, όπου συνεχίζει να γράφει ποιήματα και μέρος των βιβλίων του. Με το μυθιστόρημα Beautiful Losers (Θαυμάσιοι αποτυχημένοι, 1966, το οποίο συνέγραψε και ολοκλήρωσε στο νησί), γνώρισε την παγκόσμια επιτυχία ως συγγραφέας. 


Ως καλλιτέχνης επηρεάζεται από τη συνάντησή του με τον Τζακ Κέρουακ (πρωτοπόρος συγγραφέας της Μπιτ λογοτεχνίας που επηρέασε το κίνημα των χίπις). Ο Κοέν ζει, επίσης, το μποέμικο ειδύλλιο στην Ύδρα, αφού "κλέβεται" με μία παντρεμένη Νορβηγίδα, την Μάριαν. Οι ντόπιοι της Ύδρας τον φωνάζουν "Λιουνάρντο" και χορεύουν μαζί στα τοπικά καφενεία-μπαρ υπό τους ρυθμούς του jukebox. Έπειτα, τους παίζει κιθάρα. Αργά το βράδυ επιστρέφει στο σπίτι του στην Ύδρα (το οποίο είχε αγοράσει 1.500 δολάρια). Νερό, θέρμανση και φως δεν υπάρχουν, καθώς ο ηλεκτρισμός δεν είχε φτάσει ακόμη σε αυτό το μικρό νησάκι του Αιγαίου. Σε γράμμα προς την μητέρα και την αδερφή του ο ίδιος φαίνεται να το διασκεδάζει, καθώς όπως αναφέρει είναι σαν ταινία θρίλερ, ταυτόχρονα όμως βρίσκει την έμπνευση του.

Ο Κοέν επισκέπτεται την Κούβα λίγες μέρες πριν την εισβολή των Η.Π.Α. στον Κόλπο των Χοίρων. Tο 1967 αποφασίζει, ωστόσο, να εγκατασταθεί στις ΗΠΑ για να αφοσιωθεί στην μουσική, καθώς αργότερα παραδέχεται ότι ήταν ο τρόπος για να του αποφέρει έναν πιο άνετο βίο.


Σε συναυλίες φολκ στις ΗΠΑ το 1967, η τραγουδίστρια Judy Collins κάνει γνωστό το τραγούδι του Κοέν, Suzanne. Έτσι την ίδια χρονιά, ο Κοέν κυκλοφορεί τον πρώτο του δίσκο με τίτλο Songs of Leonard Cohen. Ακολουθούν πολλοί άλλοι δίσκοι, μεταξύ των οποίων και ο δίσκος Songs of Love and Hate που περιέχει το τραγούδι-ύμνο στην αγάπη και τη μοναξιά Famous Blue Raincoat (1971) με την φωνή της Jennifer Warnes. Πολλοί βέβαια, είναι αυτοί που βλέπουν και ένα ερωτικό τρίγωνο στο τραγούδι αυτό, για το οποίο ο Κοέν όπως χαρακτηριστικά λέει:

"Το πρόβλημα με το «Διάσημο Μπλε Αδιάβροχο» είναι ότι έχω ξεχάσει το πραγματικό τρίγωνο που κρύβεται πίσω από αυτό. Πάντοτε αισθανόμουν πως υπήρχε ένα αόρατο αρσενικό που παραπλανεί τη γυναίκα με την οποία είμαι".


Το 1992 κυκλοφορεί τον πιο πολιτικοποιημένο δίσκο του με τίτλο The Future, και δύο χρόνια κατόπιν αποφασίζει να γίνει βουδιστής, μέχρι που χειροτονείται μοναχός. Αλλά το 1999 εγκαταλείπει τον μοναστικό βίο, για να εκδώσει δύο ακόμα δίσκους. Το 2005, το όνομα του Κοέν βρίσκεται στις στήλες των εφημερίδων, επειδή ο επί χρόνια μάνατζέρ του τον εξαπατά κλέβοντας το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων του καλλιτέχνη.

Ο Κοέν δεν παντρεύτηκε, αλλά είναι πατέρας δύο παιδιών, του Άνταμ και της Λόρκα (την οποία ονομάζει από τον ποιητή Federico Garcia Lorka), που αποκτά με την Σούζαν Έλροντ, με την οποία "χώρισε", αλλά διατηρεί καλές σχέσεις, καθώς όπως δηλώνει και ο ίδιος θα την αγαπάει για πάντα. Το 2010 τιμάται με Τιμητικό Βραβείο Γκράμι για το σύνολο της προσφοράς του στις Τέχνες και τα Γράμματα.


Tο τραγούδι του Κοέν, Dance me to the end of love, λανθασμένα ερμηνεύεται από τους περισσότερους ως ένα ερωτικό τραγούδι. Το κρυμμένο του νόημα είναι πολύ βαθύτερο και ταξιδεύει πίσω στην ιστορία, την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Συμβολίζει τη φρίκη της απαίτησης να παίζουν μουσική, οι ίδιοι οι μελλοθάνατοι, στους διαδρόμους των στρατοπέδων, την ώρα που άλλοι Εβραίοι περνούσαν μπροστά τους στην ουρά του Άουσβιτς, του Νταχάου, πηγαίνοντας να θανατωθούν και να καούν ζωντανοί στα κρεματόρια. Το τραγούδι αυτό είναι για όλα τα τελευταία βλέμματα που κοίταξαν τον κάθε Εβραίο μουσικό και το «φλεγόμενο βιολί» του, με την ιστορία ζωής, πόνου, που κουβαλούσε το καθένα από αυτά, την ώρα που εκείνοι βάδιζαν προς το θάνατο, και την ίδια ώρα που ο συγκρατούμενός τους μουσικός υποχρεωνόταν από τους ναζί να παίζει κλασική μουσική στους διαδρόμους αυτής της γήινης κόλασης. Είναι για τα αγέννητα "παιδιά που ζητάν να γεννηθούν".


Ο τελευταίος του δίσκος που κυκλοφορεί το 2016, You want it darker, αποδεικνύει ότι ο Κοέν είναι από τους καλλιτέχνες που ήρθαν για να μείνουν στην ιστορία αφού με το πέρασμα των χρόνων η δημιουργία του δεν ξεχνιέται, αλλά εξελίσσεται και ο ίδιος δεν σταματάει να παράγει νέα ακούσματα με μοναδικά χαρακτηριστικά. 

Σε συνέντευξη του λίγες μέρες πριν τον νικήσει ο καρκίνος θα πει: "Υπάρχουν ακόμα κάποια πράγματα τα οποία θέλω να κάνω, αλλά δεν πειράζει κι αν πεθάνω". Εξάλλου αυτό δεν είναι το νόημα, να μην σταματήσεις να ονειρεύεσαι και να ελπίζεις, αλλά ταυτόχρονα και να μην φοβάσαι;


Ο θάνατος του τον Νοεμβρίου του 2016 στο Λος Άντζελες των Η.Π. Α. είναι ένα μεγάλο πλήγμα για τον κόσμο της ποίησης και της μουσικής. Παρόλα αυτά θα ζει αιώνια μέσα από τα τραγούδια και τα ποιήματά του τα οποία επηρέασαν και σύγχρονους καλλιτέχνες. Όπως τον τραγουδιστή των Arctic Monkeys, Alex Turner, ο οποίος δήλωσε ότι εμπνεύστηκε τους στίχους για τον νέο δίσκο του συγκροτήματος, Tranquility Base Hotel & Casino, από τον Κοέν τον οποίο και θαυμάζει απεριόριστα.