ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ ΧΑΝΟΣ: ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΙΟ ΦΟΒΙΣΜΕΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ




Ο Ταξιάρχης Χάνος σκηνοθετεί την θεατρική παράσταση του Δον Κιχώτη που ανεβάζει η Εταιρεία Θεάτρου Θέση στο μικρό Θέατρο της Μονής Λαζαριστών (28 και 29 Απριλίου) έπειτα από την επιτυχημένη πορεία της παράστασης στο Από Μηχανής Θέατρο στην Αθήνα. Ο Δον Κιχώτης, ονειροπόλος ιδαλγός, μαζί με το σύντροφο του Σάντσο Πάντσα μας προσκαλούν σε ένα θεατρικό ταξίδι αναζήτησης του υψηλού και του ωραίου. Συζητήσαμε με τον Ταξιάρχη Χάνο πόσο εφικτό είναι να ονειρεύεσαι σε μια δύσκολη εποχή, αλλά και πόσο αναγκαίο. Ονειροπόλος και ο ίδιος μας δίνει την απάντηση στη συνέντευξη που ακολουθεί, καθώς και περαιτέρω τροφή για σκέψη. 


Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για την ιστορία του έργου;

Η έμπνευση για την θεατρική παράσταση του Δον Κιχώτη είναι το ίδιο το μυθιστόρημα του Θερβάντες. Ένα αριστούργημα της Ισπανικής λογοτεχνίας, που εδώ και 400 χρόνια έχει διασκευαστεί πολλές φορές σε ό, τι μπορείτε να φανταστείτε: ταινίες, θεατρικά, κόμικς, ως διαφημίσεις. Δεν μπορώ να σας μιλήσω για την ιστορία του, θα ήταν καλύτερο να την διαβάσετε. Μπορώ, όμως, να σας μιλήσω για την έμπνευση που πήραμε. Η πρόταση ήταν των παιδιών, δηλαδή της Εταιρείας Θεάτρου «Θέση». Στην αρχή φοβήθηκα γιατί τα έργα που έχουν τόσο δυνατές περσόνες, όπως ο Δον Κιχώτης και ο Σάντσο Πάντσα, απαιτούν και τον ανάλογο ηθοποιό. Για παράδειγμα, δύο ηθοποιούς οι οποίοι θα είναι μεγαλύτερης ηλικίας, άρα και πιο έμπειροι, ώστε να μπορούν να μεταφέρουν το φιλοσοφικό φορτίο αυτών των ρόλων. Στην περίπτωσή μας δεν υπάρχει αυτό, γιατί είναι όλοι νέοι ηθοποιοί, οι οποίοι μόλις πριν 5 χρόνια τελείωσαν τη σχολή τους. Άρα, σκοπός μας ήταν να μιλήσουμε για την έννοια του «Δονκιχωτισμού». Την ανάγκη, δηλαδή, του ανθρώπου να ονειρεύεται ακόμα και το ανέφικτο, γιατί νομίζω ότι την έχουμε χάσει.

Ο Δον Κιχώτης είναι παραγωγή της Εταιρείας Θεάτρου Θέση. Τι ακριβώς είναι η ομάδα αυτή;

Εγώ δεν είμαι μέλος της ομάδας, καλό θα ήταν να μιλήσουν εκείνοι. Αλλά αυτό που ξέρω είναι ότι αποτελείται από τα 5 παιδιά που παίζουν στον Δον Κιχώτη και τους περισσότερους τους είχα μαθητές στη Δραματική σχολή του ΚΘΒΕ. Έκαναν το «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» σε σκηνοθεσία του Μιχάλη Σιώνα που είχε μεγάλη επιτυχία, καθώς και τη «Θάλασσα» του Καρκαβίτσα σε δική τους σκηνοθεσία. Προσπαθούν μέσα στις 1.500 παραστάσεις που γίνονται κάθε χρόνο να υπάρξουν... μέχρι στιγμής το καταφέρνουν. Ήταν μία πρόκληση για μένα ξεφεύγοντας από το πλαίσιο της σχολής, να δουλέψουμε πλέον ως συνάδελφοι.

Στην παράσταση παίζει και η Μαρία Χάνου, μία νεαρή αλλά αξιόλογη ηθοποιός. Πώς ήταν να σκηνοθετείτε γενικά την θεατρική παράσταση του Δον Κιχώτη, αλλά και ειδικά την κόρη σας; 

Το καθήκον του σκηνοθέτη είναι να καταφέρει να εμπνεύσει χωρίς να ποδηγετήσει. Να αναπτύξει τη φαντασία των ηθοποιών σε σχέση πάντα με την τεχνική που έχουν καλλιεργήσει. Να αποκτήσουν σιγά-σιγά τη δική τους αυτόνομη καλλιτεχνική πορεία. Τώρα πώς είναι να σκηνοθετώ μία κοπέλα η οποία τυχαίνει να λέγεται Μαρία Χάνου και να είναι κόρη μου είναι τόσο δύσκολο όσο κι εύκολο. Πρέπει μέσα μου να κάνω ένα κατ, να μην επηρεαστώ γιατί βέβαια είσαι πατέρας και αγαπάς την κόρη σου. Από την άλλη, θα της κάνεις κακό αν είσαι πιο επιεικής μαζί της. Όταν εργάζεσαι σε μία δουλεία πρέπει να είσαι εξίσου δημιουργικός με όλους, δεν αλλάζει αυτό.


Στο Δελτίο Τύπου της παράστασης αναφέρεται: «Η πορεία του Δον Κιχώτη είναι η πορεία του ανθρώπου για την αναζήτηση της ψυχής του. Θυσιάζει το υλικό και το πρόσκαιρο, για το πνευματικό και το αιώνιο.» Μέσα στο πνεύμα του σύγχρονου φρενήρη καταναλωτισμού και των παιχνιδιών εξουσίας σε όλους τους τομείς, πόσο αναγκαίο αλλά και πόσο εφικτό πιστεύετε ότι είναι κάτι τέτοιο;

Δεν έχει σημασία αν είναι εφικτό ή όχι, το μήνυμα υπάρχει εκεί και μας οδηγεί. Τα μεγάλα κλασσικά έργα τέχνης υπάρχουν για να μας θυμίζουν πράγματα. Για παράδειγμα, στη βιβλιοθήκη μας υπάρχουν 100 έργα. Κάποια στιγμή, για κάποιο λόγο, παίρνεις ένα ποιητικό κείμενο το οποίο έχεις ξαναδιαβάσει, αλλά έχεις ανάγκη να το ξανά νιώσεις. Για να επικοινωνήσεις, να φανταστείς, να εκτονωθείς, να αναπληρώσεις. Τα κλασσικά έργα τέχνης υπάρχουν και θα υπάρχουν για πάντα. Υπάρχουν αυτοί οι φάροι, οι νησίδες, οι ανάγκες δράσεων κάπου στον κόσμο μας, όπως οι οικογένεια, η ποίηση, ο έρωτας, πολύ δυνατά στοιχεία. Ανάλογα με την ηλικία τοποθετούμαστε αλλιώς. Όταν διαβάσεις ένα ποίημα που το είχες διαβάσει στα 20, αλλιώς θα νιώσεις μαζί του στα 30, αλλιώς στα 40 και αλλιώς στα 50. Δεν έχει αλλάξει το ποίημα, είναι το ίδιο, και το έχουν διαβάσει εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι. Κάτι άλλο αλλάζει.

Εκφράσεις όπως «δονκιχωτισμός» ή «το κυνήγι των ανεμόμυλων» αποδεικνύουν ότι η ιστορία του Δον Κιχώτη ξεπέρασε τα όρια της λογοτεχνίας και έγινε κομμάτι της ίδιας της γλώσσας. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;

Η έννοια του δονκιχωτισμού έχει τέτοια ισχύ όπως και άλλα συνθετικά σε –ισμός,  για παράδειγμα, ο κομμουνισμός, ο σοσιαλισμός, ο χριστιανισμός, ο ρομαντισμός, ο διαφωτισμός. Αυτό υφίσταται επειδή είναι συστατικό της κοινωνίας μας. Δεν μπορούμε να το αποποιηθούμε γιατί αυτό το έργο από τη στιγμή που υπάρχει μέχρι σήμερα υφίσταται και θα υφίσταται στους αιώνες, όπως είναι η Οδύσσεια, η Ηλιάδα, όπως είναι τα έργα του Σαίξπηρ, του Γκαίτε κ.α. Βασίζεται ο δυτικός πολιτισμός πάνω σε αυτά τα κείμενα. Ο Δονκιχωτισμός εισάγει στην κοινωνία την έννοια του ανέφικτου. Και στο έργο, ο καθένας, θα δει μέσα εκεί το δικό του κόσμο, τη δική του διαδρομή. Ένα παιδί έχει την ικανότητα να παίρνει ένα πανί και να το κάνει σύννεφο, να το κάνει ρούχο, να το κάνει καράβι. Όσο μεγαλώνουμε την χάνουμε αυτή την ικανότητα, η ψυχή μας όμως το έχει ανάγκη. Η τέχνη υπηρετεί αυτή την πλευρά, σε εισαγωγικά της ψευδαίσθησης αλλά δεν ξέρω και κατά πόσο είναι ψευδαίσθηση.

Ο «δονκιχωτισμός» έχει επιφορτιστεί με μια αρνητική χροιά, αυτήν του υπερβολικά ρομαντικού, του ονειροπόλου έως και του ονειροπαρμένου θα μπορούσαμε να πούμε. Μήπως εκλαμβάνεται λάθος από την κοινωνία το πραγματικό νόημα του «δονκιχωτισμού»; 

Όταν ήμουν μικρός άκουγα ιστορίες στο χωριό μου, το Πήλιο, για τον Θεόφιλο, έναν λαϊκό ζωγράφο, σαλό. Εμείς αυτούς τους ανθρώπους που έχουν ξεφύγει τους λέμε σαλούς. Ήταν ένας μεγάλος άνθρωπος ο οποίος φερόταν σαν μικρός και τα παιδιά τον κορόιδευαν. Βέβαια, δεν επιτρέπαμε σε κανένα άλλο χωριό να πειράξει τους δικούς μας σαλούς. Γιατί έκαναν πράγματα που από την μια γελάγαμε και τους κοροϊδεύαμε, από την άλλη τους θαυμάζαμε κάπως. Διότι είχαν τη δυνατότητα να μην κρυώνουν, να περπατάν πάνω στο χιόνι ξυπόλυτοι κι εμείς να κρυώνουμε. Να κοιμούνται στην εκκλησία και να τρώνε ένα κομμάτι ψωμί και να είναι μια χαρά. Η υπέρβαση δεν είναι τόσο απλή. Η μετάβαση είναι μία γενναιότητα και θέλει ένα πολύ ισχυρό κίνητρο. Ταυτοχρόνως, έχει και μία ταπείνωση πλήρης. Γίνεσαι ο περίγελος του χωριού. Τα λέω λίγο ακραία, αλλά όταν περνάς μέσα από μία τρέλα, ή ονομάζουμε εμείς τρέλα σε μία εποχή και περιοχή ό, τι δεν ταιριάζει με την συμβατικότητα που ζούμε, τότε γίνεσαι περίγελος. Ταυτοχρόνως, όμως, αυτή την πλευρά που όλοι θέλουμε, αλλά δεν μπορούμε να φτάσουμε, την θαυμάζουμε μερικές φορές για το σθένος αυτών των ανθρώπων. Γιατί, ας μην ξεχνάμε, οι ήρωες είναι οι πιο φοβισμένοι άνθρωποι στην ιστορία, δηλαδή, από φόβο τα κάνουν τα πράγματα. Μέσα από έναν εσωτερικό φόβο, μία αγωνία, μία υπερευαισθησία μπορείς να υψωθείς. Μπορεί να το κάνεις μπορεί και όχι, εσύ διαλέγεις. Όπως και στο έργο, τον Δον Κιχώτη δεν τον ενδιαφέρει στα αλήθεια η Δουλτσινέα, η οποία πραγματικά είναι και μια κακάσχημη γυναίκα. Τον Δον Κιχώτη τον ενδιαφέρει η έννοια της αγάπης. Αν εγώ στα μάτια τα δικά μου είμαι τόσο παθιασμένος με μια γυναίκα δεν πάει να είναι η πιο άσχημη του κόσμου. Κατά βάθος είναι η δική μου εσωτερική ανάγκη για κάτι, πχ για αγάπη, για δράση, για ταξίδι.


Πέρα από το θέατρο έχετε παίξει στην τηλεόραση σε ταινίες και σειρές. Εν τέλει σας κερδίζει το σανίδι ή η οθόνη; 

Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την τηλεόραση ή τον κινηματογράφο με το θέατρο, γιατί είναι άλλη δουλειά, είναι άλλος κόσμος. Θα ήμουν χαζός να διαλέξω. Δηλαδή τι πάει να πει στο θέατρο δίνω την ψυχή μου, ενώ όταν παίζω στην τηλεόραση ή στον κινηματογράφο δεν την δίνω; Όχι, παντού την δίνω ως επαγγελματίας και ως άνθρωπος που σέβεται την δουλειά του. Όταν καλούμαι να υπηρετήσω τον έναν κόσμο ή τον άλλον, ή το τραγούδι, ή την διδασκαλία, ή την σκηνοθεσία, παντού όπου κι αν βρίσκομαι, ή στο χωριό να μαζεύω μήλα προσπαθώ με νύχια και με δόντια να είμαι άψογος.

Ο ίδιος έχετε και Μουσικές σπουδές στο Δημοτικό Ωδείο Πειραιά. Ποια είναι η θέση της μουσικής στην ζωή σας και πώς αντιλαμβάνεστε την σχέση της με την υποκριτική;

Από το εργαστήρι παλιά του Βογιατζή στο αρχαίο δράμα και με τον Σπύρο Σακκά που κάνουμε το εργαστήριο φωνητικής τέχνης από το ’89, εργάζομαι στη μουσική. Η μουσική, αν μιλούσα ακραία, θα έλεγα με καθορίζει. Ακόμα και ο ήχος μου είναι μια μουσική, δηλαδή αυτό που παράγω, η προσωπικότητά μου είναι η φωνή μου. Εργάζομαι πολλά χρόνια στην αναπνευστική φωνητική αγωγή, όσον αφορά το όργανο του διαφράγματος, την ανάσα, τη χαλάρωση, τον τρόπο του σώματος με τον οποίο εισπνέει και εκπνέει -γιατί πάνω σε μια εκπνοή ακούς τον λόγο μου. Συμμετέχει και το σώμα μου σε όλη αυτήν τη διαδικασία, στο θέατρο και σε όλες αυτές τι λειτουργίες που κάνω, τις καλλιτεχνικές. Ακόμα και ο λόγος στο θέατρο είναι μουσική.

Πιστεύετε ότι οι νεαροί ηθοποιοί χρειάζονται την τηλεόραση προκειμένου να γίνουν δημοφιλείς και να βιοποριστούν μέσα από το επάγγελμα τους, ακόμα και εάν η ποιότητα του παραγόμενου θεάματος  μερικές φορές υποβιβάζει τους ίδιους και τις ικανότητες τους;  

Πιστεύω ότι οι ηθοποιοί πρέπει να εργάζονται. Οι χώροι που θα επιλέγουν να εργάζονται θα τους κυνηγάνε μια ζωή. Δεν μπορώ να μιλήσω εκ των προτέρων ότι οι χώροι είναι αρνητικοί. Ας δουν, ας μπουν μέσα στη διαδικασία, ας παλέψουν και μερικές φορές μέσα από αρνητικές συνυπάρξεις  μπορείς να κερδίσεις πράγματα. Είναι προσωπικό θέμα. Θα ήταν αφοριστικό να πω «όχι μην κάνετε τηλεόραση, όχι μην κάνετε θέατρο». Πιστεύω ότι οι καινούργιες γενιές, που έχουν άλλο τρόπο σκέψης, θα διεκδικήσουν την ύπαρξή τους σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο το να παίξω μια φορά ή δύο και να τελειώσω. Ο ηθοποιός δεν είναι εκατό μέτρα, όλοι μπορούν να το κάνουνε αυτό. Σημασία έχει ο μαραθώνιος, δηλαδή αν μπορείς μετά από 20 χρόνια να κοιτάξεις πίσω και να πεις ότι κάτι έκανα, να υπάρξει μια διαδρομή. Γιατί όλοι παίζουν, οι ηθοποιοί, οι ερασιτέχνες, όλος ο κόσμος παίζει. Έχει γίνει ψυχαναλυτική ανάγκη παντού. Δεν είναι κακό αυτό, να παίζουνε, δεν λέω όχι. Σημασία έχει όμως αν θέλεις να πεις πραγματικά κάτι που να έχει αξία η οποία να γίνει κλασσική, χρειάζεται πολύ μεγάλος αγώνας και χρόνος συνύπαρξης.

Θα θέλατε να μας αποκαλύψατε κάποια από τα μελλοντικά σας σχέδια; 

Δεν έχω κάτι να σας πω γιατί πιστεύω ότι χρειάζομαι μια παύση για κάποιο χρονικό διάστημα. Τώρα όσον αφορά τη διδασκαλία όλο και κάτι κάνω, έτσι κι αλλιώς με το εργαστήριο συνεχώς εργαζόμαστε. Οι παραστάσεις, τα θέατρα, η τηλεόραση υπάρχουν κάποια σχέδια, αλλά δεν μπορώ να σας τα πω, δεν είναι ανακοινώσιμα, είναι πολύ πρώιμα.


Για περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση ακολουθήστε τον παρακάτω σύνδεσμο: Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΘΕΑΤΡΟΥ ΘΕΣΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΗ ΝΕΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ