ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗΣ: OI ΔΟΥΛΕΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΕΡΓΟ

Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη θεατρόφιλη, με ένα κοινό ακούραστο και απαιτητικό. Η μεγάλη ζήτηση των θεατρικών παραστάσεων απαιτεί και ανάλογο αριθμό παραγωγών. Σε αυτό το σημείο είναι πολύ σημαντική η συμβολή των τοπικών θεατρικών ομάδων, των μικρών θιάσων, που συμπληρώνουν το καλλιτεχνικό προφίλ της πόλης. Αυτό το μήνα παρακολουθούμε στο Θέατρο Αυλαία τις «Δούλες» του Ζαν Ζενέ, σε σκηνοθεσία του Διονύση Καραθανάση, από την ομάδα τέχνης “Oberon”. Παρακάτω, ο σκηνοθέτης μας μιλάει για την παράσταση, τη θεατρική ομάδα Oberon και για τον ίδιο.

Αρχικά, πείτε μας λίγα λόγια για τη θεατρική ομάδα “Oberon”. Πως ξεκίνησε ως ιδέα, από πού εμπνευστήκατε το όνομά σας, τι σημαίνει για εσάς αυτή η ομάδα;

H ομάδα δημιουργήθηκε το Νοέμβριο του 2009. Στην αρχή ήμασταν πέντε άτομα, πέντε φίλοι που γνωριζόμασταν από παλιά. Ο καθένας μας είχε μια διαφορετική πορεία, εκπαίδευση, ιστορία και εμπειρίες, αλλά το σημαντικό είναι ότι είχαμε κοινή οπτική και κοινές ανάγκες. Αποφασίσαμε να κάνουμε μια ομάδα που θα μας εκφράζει, για να δείξουμε τη δουλειά μας σε άτομα που έχουν την ίδια ανάγκη με εμάς και να νιώσουμε ότι δείχνουμε κάτι που αγαπάν και άλλοι άνθρωποι. Σκεφτήκαμε να την ονομάσουμε «Ομάδα Τέχνης Oberon», εμπνευσμένη από το έργο του Σαίξπηρ «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» και συγκεκριμένα από τον βασιλιά των ξωτικών, τον Oberon. Ο Oberon, σύμφωνα και με την κέλτικη μυθολογία, έχει ως χαρακτηριστικό του να «πειράζει» τα πράγματα κι επειδή ένα πολύ σημαντικό στοιχείο μας είναι ο πειραματισμός θεωρήσαμε ότι συμβολικά μας ταιριάζει.



Πως αποφασίσατε να ανεβάσετε το έργο «Οι Δούλες»;

Το έργο «έπεσε» στα χέρια μου πριν από ένα χρόνο περίπου. Ήμουν σε μια περίεργη κατάσταση, ένιωθα ψυχολογικά πιεσμένος από το περιβάλλον. Όλα όσα έγιναν με τους πρόσφυγες και όλα όσα βλέπουμε καθημερινά με τους καταπιεσμένους και δυστυχισμένους ανθρώπους, με έχουν επηρεάσει πολύ. Διάλεξα τυχαία να διαβάσω το συγκεκριμένο έργο και μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Το θεώρησα πολύ σύγχρονο. Μου φάνηκε τόσο εναρμονισμένο με τη σημερινή πραγματικότητα. Το πρότεινα στην ομάδα μας και συμφωνήσαμε όλοι μαζί να το προχωρήσουμε γιατί ήταν ένα έργο που μας ενδιέφερε όλους.

Ποια είναι η υπόθεση του έργου;

Το έργο πραγματεύεται τη σχέση των δυο γυναικών, Σολάνς και Κλαίρης, που είναι δούλες σε ένα αρχοντικό σπίτι. Παρακολουθεί τον εγκλωβισμό των δύο αδερφών και την καταπίεση που δέχονται σε έναν κόσμο που οι ίδιες δεν έχουν επιλέξει, καθώς, επίσης, και την εμμονή τους να ζήσουν σε έναν άλλο κόσμο που οι ίδιες έχουν δημιουργήσει.



Πως προέκυψε αυτή η ιδιότυπη και ανορθόδοξη σχέση ανάμεσα στις δύο αδερφές;

Να πω αρχικά ότι οι δύο ηρωίδες είναι εμπνευσμένες από αληθινό περιστατικό. Η Κλαίρη και η Σολάνς είναι δύο αδερφές υπηρέτριες και δεν έχουν κανέναν στο κόσμο. Δεν έχουν καμία επαφή με τον έξω κόσμο, είναι εγκλωβισμένες και λειτουργούν υπό την κυριαρχία των αφεντικών. Ζουν σε έναν πολύ μικρό χώρο, μέσα σε ένα τεράστιο και πλούσιο σπίτι. Περνούν απαρατήρητες και είναι σαν αντικείμενα μέσα στο σπίτι. Δεν έχουν καμία προσωπικότητα. Επομένως, έχουν φτιάξει έναν κόσμο δικό τους, όπου η μία έχει την άλλη. Επειδή είναι άνθρωποι και έχουν πάθη και συναισθήματα άρχισαν να αναπτύσσουν μια ερωτική ζωή αναμεταξύ τους. Αυτό, φυσικά, δε μπορούν να το κάνουν δύο φυσιολογικοί άνθρωποι. Αλλά είναι δύο άνθρωποι που λειτουργούν υπό σύγχυση. Ειδικότερα, πάσχουν από σύγχυση προσωπικότητας. Προσπαθούν να υπάρξουν και ο τρόπος που βρίσκουν είναι αυτό το σχέδιο εξόντωσης των αφεντικών, το παιχνίδι της μεταμφίεσης και η ερωτική τους σχέση. Αυτός είναι ο δικός τους κόσμος και ονειρεύονται να τον κάνουν πραγματικότητα.


Έχετε ασχοληθεί ξανά στο παρελθόν με τον Ζαν Ζενέ και το έργο του «Ο Σχοινοβάτης». Τι είναι αυτό που θαυμάζετε στο συγκεκριμένο συγγραφέα;

Συμμετείχα ως ηθοποιός στο έργο «Ο Σχοινοβάτης» το 2005 και τώρα επέστρεψα ως σκηνοθέτης πια στον Ζενέ. Μου αρέσει πολύ ο τρόπος που γράφει. Είναι πολύ ελεύθερος τρόπος και σου δίνει την ελευθερία, ως σκηνοθέτη, να πειραματιστείς, να κινητοποιήσεις το μυαλό, την αισθητική και τις δυνάμεις σου, χωρίς να σε εγκλωβίζει σε πολύ συγκεκριμένες δομές. Οι «Δούλες», ειδικά, είναι ένα πολύ ανοιχτό κείμενο που επιδέχεται πολλές αναγνώσεις. Μου αρέσουν και οι λέξεις που χρησιμοποιεί. Ακόμη, μου αρέσει πολύ σαν προσωπικότητα. Ζούσε στα άκρα, είχε πολλές αντιθέσεις σαν χαρακτήρας, υπήρξε αιρετικός, εγκληματίας, ακτιβιστής, φιλοχιτλερικός. Γενικά, ήταν πολύ αμφιλεγόμενος χαρακτήρας.

Πρόκειται για ένα παλιό κλασσικό κείμενο, που έχει ανέβει στη σκηνή πολλές φορές. Πιστεύετε ότι μπορεί το ίδιο κείμενο να μετουσιωθεί σε εντελώς διαφορετικές παραστάσεις;

Ναι, το πιστεύω απόλυτα αυτό και νομίζω ότι αυτό είναι και το ζητούμενο. Ειδικά τα κλασσικά έργα, η αρχαία τραγωδία, τα έργα του Σαίξπηρ, έργα που χρονολογούνται πολλά χρόνια πίσω, είναι έργα τα οποία παίζονται ξανά και ξανά. Κάθε άνθρωπος που ασχολείται με το θέατρο και αποφασίζει να καταπιαστεί με ένα κλασσικό έργο, οφείλει και πρέπει να του δώσει τη δική του οπτική. Οι «Δούλες» γράφτηκαν το ’47, ανήκει πλέον στο κλασσικό ρεπερτόριο και είναι ένα από τα έργα που παίζονται πολύ, ακριβώς γιατί έχει μια ελεύθερη φόρμα και επιδέχεται πολλές αναγνώσεις. Οπότε κάθε παράσταση του συγκεκριμένου έργου είναι όντως διαφορετική. Από την έρευνα που έκανα εγώ, τουλάχιστον, δεν είδα παραστάσεις που να έμοιαζαν μεταξύ τους.

Εσείς πως προσεγγίζετε τα κείμενα που επιλέγετε;

Η διαδικασία για μένα ξεκινάει με την επιλογή ενός τυχαίου κειμένου. Όταν το κείμενο αυτό μου «μιλάει» αποφασίζω να ασχοληθώ. Συνήθως όταν διαβάζω ένα έργο μου δημιουργούνται εικόνες. Όσο πιο έντονες εικόνες μου δημιουργούνται τόσο πιο κοντά σε μένα το βρίσκω, τόσο πιο ενδιαφέρον μου είναι να ασχοληθώ. Έτσι οι γραμμές που διαβάζω και οι εικόνες που μου δημιουργούνται αυτομάτως στο μυαλό, με καθοδηγούν στο πως μπορώ να φτιάξω μια παράσταση. Έτσι έγινε και με τις Δούλες. Επηρεασμένος από όλη αυτή τη δυστυχία, αποφάσισα να παρουσιάσω αυτό το έργο, να δω πως μπορεί να ενταχθεί στο σήμερα κοινωνικά, ψυχολογικά και ταξικά.


Η πολιτική συχνά αποτελεί αντικείμενο της τέχνης και συμπορεύεται μαζί της. Εσείς επιλέγετε κείμενα που στηλιτεύουν τα πολιτικά τεκταινόμενα;

Μέσα στα κείμενα που επιλέγουμε υπάρχουν κάποιες πολιτικές νύξεις, αλλά χωρίς να είναι εμφανείς. Γενικά, δεν ασχολούμαστε με αμιγώς πολιτικά έργα, δηλαδή στρατευμένο θέατρο. Η πολιτική είναι ένας παράγοντας που καθορίζει την καθημερινότητά μας. Όλη η δυστυχία που περνάμε είναι αποτέλεσμα της πολιτικής. Έτσι αποτελεί απλώς αφορμή και πηγή έμπνευσης για εμάς. Δε μας ενδιαφέρει να κάνουμε ένα απολύτως πολιτικό θέατρο. Μας ενδιαφέρει να ασχολούμαστε με τον άνθρωπο που πάσχει από όλες αυτές τις πολιτικές αποφάσεις.

Κατά πόσο ένα έργο βγαίνει ακριβώς όπως το φαντάζεστε; Αποδέχεστε το ανέβασμα μιας παράστασης που αποκλίνει αρκετά από τις αρχικές σας προσδοκίες;

Η αλήθεια είναι ότι έχω ένα «μπούσουλα» στο μυαλό μου, μια γενική εικόνα, διαφορετικά δε μπορώ να δουλέψω. Υπάρχουν άλλοι που ξεκινούν από το πουθενά, από ένα λευκό καμβά και μαζί με τους ηθοποιούς φτιάχνουν ένα αποτέλεσμα. Εγώ έχω ένα «μπούσουλα», ο οποίος, φυσικά, δεν είναι απόλυτος. Το σπουδαίο είναι ότι συζητάμε πάντα με τους ηθοποιούς στις πρόβες κάνοντας πολλούς αυτοσχεδιασμούς πάνω στην αρχική μου ιδέα. Όταν αυτή η ιδέα εξελίσσεται, το αποτέλεσμα είναι πολύ ωραίο. Θεωρώ πολύ μεγάλο προσόν να ακούς τους ηθοποιούς και να τους συμπεριλαμβάνεις στη δημιουργική διαδικασία, για να μπορέσεις να βγάλεις ένα ομαδικό αποτέλεσμα. Το θέατρο δεν είναι η δουλειά ενός ατόμου, αλλά πρέπει όλοι μαζί να φτιάχνουν το έργο. Όσες φορές έχω σκηνοθετήσει παραστάσεις, το τηρώ αυτό.

Ποια ειδικά προσόντα οφείλει, κατά τη γνώμη σας, να έχει ένας σκηνοθέτης;

Νομίζω ότι ο σκηνοθέτης αποκτάει τα προσόντα του με την εμπειρία. Η εμπειρία είναι πολύ σημαντική. Ένα βασικό προσόν ενός σκηνοθέτη είναι να μπορεί να οργανώνει. Ένας σκηνοθέτης φτιάνει μια ομάδα, η οποία αποτελείται από τον σκηνογράφο, τον μουσικό, τον κινησιολόγο, τους ηθοποιούς, τον παραγωγό και άλλους συντελεστές. Ο σκηνοθέτης πρέπει να μπορεί να οργανώσει όλη αυτή την ομάδα, ώστε να λειτουργήσει σωστά. Πολύ σημαντικό, επίσης, είναι η υπομονή, τα γερά νεύρα, η πίστη και η αγάπη για να ξεπερνάς τα προβλήματα. Γιατί πάντα υπάρχουν πολλά προβλήματα. Ειδικά, σε αυτές τις μικρές ομάδες, που το budget είναι πολύ χαμηλό, πρέπει πάντα να σκεφτείς τρόπους οικονομικούς, ιδέες που δε χρειάζονται πολλά χρήματα για να υλοποιηθούν. Οπότε πρέπει να είσαι δημιουργικός και σε αυτό το κομμάτι. Τέλος, ένας σκηνοθέτης πρέπει να είναι πολύ επικοινωνιακός. Πρέπει να μπορεί ένας άλλος συντελεστής να καταλάβει τι έχει ο σκηνοθέτης στο μυαλό του και το αντίστροφο.

Πως μπορεί κάποιος νέος σήμερα να γίνει σκηνοθέτης, χωρίς να έχει φοιτήσει σε κάποια αντίστοιχη σχολή;

Θεωρώ ότι η σκηνοθεσία δε μπορεί να διδαχθεί. Είναι πολύ δύσκολο να σε διδάξει κάποιος σκηνοθεσία. Δεν υπάρχει ένα σύστημα, όπως υπάρχει, για παράδειγμα, στην υποκριτική, όπου μπορεί κάποιος να διδαχθεί πρακτικά ένα σύστημα με συγκεκριμένη μορφή και κατευθύνσεις. Στη σκηνοθεσία μετράει πιο πολύ η εμπειρία. Με τη βοήθεια του δασκάλου και με τις ιδέες σου πρέπει να φτιάξεις μόνος σου ένα αποτέλεσμα. Σίγουρα χρειάζεται το θεωρητικό υπόβαθρο, πρέπει να διαβάσεις πολλά βιβλία και να αναλύσεις σκηνοθεσίες παλαιότερων. Η σκηνοθεσία, ως επάγγελμα, δε μετράει πάρα πολλά χρόνια. Δημιουργήθηκε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα. Τον 20ο αιώνα δημιουργήθηκαν πάρα πολλά κινήματα σκηνοθεσίας, οπότε όσο περισσότερο μελετάς αυτή την σύντομη ιστορία του ρόλου του σκηνοθέτη, τόσο καλύτερα θα καταλάβεις τι έχεις στο μυαλό σου και πως μπορείς να το υλοποιήσεις. Δεν ξέρω πότε μπορεί να πει κάποιος «είμαι σκηνοθέτης». Είναι ένας τίτλος κι αυτός! Γενικότερα χρειάζεται, όπως ξαναείπα, η οργανωτικότητα και το πάθος γι’ αυτό που κάνεις.



Πότε ήταν η πρώτη φορά που σκηνοθετήσατε;


Η πρώτη φορά που σκηνοθέτησα ήταν μια λύση ανάγκης! Θέλαμε να ανεβάσουμε με την ομάδα ένα έργο με ποιήματα της Κατερίνας Γώγου και το «Ουρλιαχτό» του Άλλεν Γκίνσμπεργκ το 2010. Μου πρότειναν τα μέλη της ομάδας να αναλάβω εγώ τη σκηνοθεσία και είπα να το δοκιμάσω. Ήταν πολύ δύσκολη και επίπονη διαδικασία, καθώς δεν ήξερα πολλά ακόμα. Είχα κάτι στο μυαλό μου και το ένστικτό μου, είχα, φυσικά, και τη βοήθεια των υπολοίπων, και κάπως έτσι άρχισε να με εξιτάρει η ιδέα του να φτιάχνω μια παράσταση. Μέχρι τότε δεν είχα άλλη εμπειρία, λειτουργούσα ως ηθοποιός μέχρι εκείνη τη στιγμή. Δεν είχα μπει ποτέ στη διαδικασία να δω πως είναι να το βλέπεις από έξω, να το φτιάχνεις από την αρχή. Το να είμαι εγώ αυτός που δίνει τις οδηγίες και φτιάχνει το χαρακτήρα για να τον παραδώσει στον ηθοποιό, δεν το είχα κάνει ποτέ. Απόλαυσα πάρα πολύ τη διαδικασία και αποφάσισα ότι θέλω να κάνω αυτό το πράγμα. Είμαι και στη σχολή Θεάτρου, όπου παρακολουθώ τον κύκλο της σκηνοθεσίας και με έχει βοηθήσει και αυτό πάρα πολύ.


Είστε παράλληλα και ηθοποιός. Ποιο σας εκφράζει περισσότερο, η σκηνοθεσία ή η υποκριτική;


Το όνειρο ζωής μου ήταν απλά να δουλεύω στο θέατρο. Δηλαδή, ακόμα και να κουβαλάω τα νερά, να σκουπίζω τη σκηνή, αρκεί να είμαι μέσα στο θέατρο… (γέλια). Τώρα έχει γίνει το όνειρο μου πραγματικότητα, δουλεύω στο θέατρο και μάλιστα κάνω όλες τις δουλειές. Εκτός από σκηνοθέτης και ηθοποιός έχω αναλάβει και άλλες εργασίες, όπως το σχεδιασμό του φωτισμού. Το φως είναι ένας παράγοντας στο θέατρο που μου αρέσει εξίσου πολύ. Έτσι, μπορώ να πω ότι η αγάπη μου είναι εξίσου μοιρασμένη σε όλες τι δουλειές που αφορούν το θέατρο.

Έχετε κάποια σχέδια για το μέλλον; Τι ετοιμάζετε μετά τις Δούλες;

Έχουμε κάποια σχέδια για το κοντινό μέλλον, ως ομάδα. Ήδη είμαστε στη διαδικασία επεξεργασίας και έρευνας για μια καινούργια παραγωγή. Δεν είναι ακόμα κάτι ανακοινώσιμο αλλά έχει να κάνει με το προσφυγικό ζήτημα.


Συνέντευξη: Πόπη Καρυπίδου