ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

Στέλιος Μάινας: Πρέπει να καλλιεργήσουμε τον εαυτό μας για να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι


Στο πρώτο παγκόσμιο ανέβασμα του ''Κήπου'' του Bruce Gooch, ο Στέλιος Μάινας υποδύεται τον Μπάρι και μέσα από την προσωπικότητα του ήρωα αυτού, μας μιλά για τη δύναμη της μνήμης. Για το θέμα αυτό και ο θέατρο όμως, μας μίλησε και στη συζήτηση που κάναμε, λίγες μέρες πριν φτάσει στη Θεσσαλονίκη και τον θαυμάσουμε επί σκηνής.

Πρωταγωνιστείτε στην παράσταση "Ο κήπος" του Bruce Gooch, η οποία φτάνει και στη Θεσσαλονίκη στις 4 και 5 Μαρτίου. Πείτε μας λίγα λόγια για το έργο αυτό, όπως το αντιλαμβάνεστε εσείς.

Ο αυθεντικός τίτλος του έργου είναι ''Ο μπερδεμένος κήπος'', τον οποίο δεν μπορούσαμε να μεταφράσουμε ακριβώς έτσι στα ελληνικά. Το βασικό στοιχείο του έργου, είναι η ύπαρξη και η απώλεια της μνήμης, τι σημασία έχει για τον άνθρωπο να ξέρει από που έρχεται, ποιος είναι και που πάει, που ίσως είναι και το σημαντικότερο κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η υπόθεση του έργου αφορά έναν βετεράνο του Βιετνάμ, που βρίσκεται απομονωμένος στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη, χωρισμένος και αλκοολικός, μετά από μία σοβαρή εγχείρηση στο γόνατο, τη στιγμή, που ''εισβάλλει'' εκεί χωρίς τη θέλησή του μία κυρία από το ''Βοήθεια στο σπίτι'', για να τον βοηθήσει στη μετεγχειρητική του κατάσταση. Βέβαια, η υποδοχή από τον άνθρωπο αυτό είναι πραγματικά αγενέστατη και επιθετική και μετά την αποχώρησή της, αυτός μετανιώνει και προσπαθεί να τη βρει για να της ζητήσει συγγνώμη. Την ανακαλύπτει στο Σέντραλ Παρκ μετά από κάποιους μήνες και μαθαίνει ότι αυτή η γυναίκα διαβάζει ποιήματα στον ελεύθερο χρόνο της, σε ένα πολιτιστικό κέντρο στο Μανχάταν. Αμέσως ανοίγεται ένας διαφορετικός κόσμος στον ήρωά μας, ο κόσμος των λέξεων, της ποίησης, της ''τρυφερότητας'', που δεν έχει βιώσει έως εκείνη τη στιγμή. Κι έτσι, αναπτύσσεται μία σχέση αγάπης προς τις λέξεις και προς το ''όμορφο'', προς έναν συμβολικό κήπο, που όλοι θα θέλαμε να διατηρήσουμε τα καλύτερα στοιχεία μας. Αυτός ο κήπος στην παράσταση υπάρχει και είναι ο κήπος της Λουίζ, της ηρωίδας μας, όπου βρίσκονται οι δύο ήρωες, αφού η Λουίζ παθαίνει εγκεφαλικό. Στο δεύτερο μέρος του έργου, ο επιθετικός και άξεστος Μπάρι, γίνεται ένας άνθρωπος που συμπάσχει και βοηθά τη ''διαλυμένη'' Λουίζ, η οποία σιγά σιγά χάνει τη μνήμη της. Όλη η πορεία της απώλειας της μνήμης, με βοηθό έναν άνθρωπο ο οποίος δειλά δειλά ''ξεδιπλώνει'' την τρυφερότητά του, μας βοηθά να καταλάβουμε ότι στη ζωή δεν περισσεύει κανείς. Ότι όλοι έχουμε ανάγκη τους πάντες και δεν υπάρχουν δυνατοί άνθρωποι, που μπορούν να ζήσουν μόνοι τους, ούτε ψυχές που δε χρειάζονται βοήθεια. Ο ''Κήπος'' είναι ένα βαθιά ανθρώπινο έργο, που τονίζει την ύπαρξη και την ανάγκη της αλληλεγγύης και της συνύπαρξης.  



Αναφερόμενος στην απώλεια της μνήμης, θα ήθελα να σας ρωτήσω για τη συγκεκριμένη συνθήκη που υπάρχει στο δεύτερο μέρος της παράστασης. Πόσο σημαντική τη θεωρείτε για την πορεία ενός ανθρώπου;

Αυτό το ζήτημα ταλανίζει όλη την ανθρωπότητα τα τελευταία χρόνια. Η απώλεια της μνήμης μέσω της άνοιας και του αλτσχάιμερ δηλαδή. Εδώ έχουμε να κάνουμε με εγκεφαλική άνοια εξαιτίας ενός ιατρικού προβλήματος, αλλά οι σύγχρονες κοινωνίες ταλανίζονται φοβερά από την άνοια και την απώλεια της μνήμης, που είναι το πιο σημαντικό από όλα. Αυτό το κομμάτι ''αγγίζει'' ο συγγραφέας και τη σημασία που έχει η αναγνώριση των δεδομένων που έχουμε στο μυαλό μας. Θέτει το ερώτημα αν μπορούν να ξεκινήσουν τα δεδομένα από το μηδέν, ή είμαστε θύματα και διαλυμένες προσωπικότητες, όταν μας αφαιρέσουν τη μνήμη. Και πραγματικά είμαστε ψηφίδες διαλυμένες. Δε μπορούμε να ζήσουμε και να επιβιώσουμε πραγματικά.

Ο Μπάρι, ο ήρωας, που υποδύεστε, βρίσκεται στην κατάσταση που ήδη περιγράψατε όταν γνωρίζεται με τη Λουίζ. Πώς θα περιγράφατε τον κάθε ήρωα από τη δική σας οπτική; Θα μπορούσατε να τον δικαιολογήσετε;

Είναι η ίδια λογική με ένα πληγωμένο θηρίο, που προσπαθούμε να του προσφέρουμε βοήθεια. Δε γίνεται. Είναι δύσκολο, δεν καταλαβαίνει εκείνη τη στιγμή. Το ζώο αντιδρά με τον πόνο και με την ανάγκη της επιβίωσης που έχει μάθει στη ζούγκλα. Ο Μπάρι είναι ένας άνθρωπος, που έρχεται από τον πόλεμο στο Βιετνάμ, οικοδόμος, έχει ζήσει μία σκληρή ζωή, που δεν του χαρίστηκε και η τρυφερότητα είναι κάτι ξένο για αυτόν. Το ανακαλύπτει σιγά σιγά, αλλά δε μπορώ να πω αν τον δικαιολογώ ή όχι. Αυτό είναι το δεδομένο. Οι άνθρωποι έτσι αντιδρούμε.

Ήταν δύσκολο να "κατακτήσετε" το συγκεκριμένο ρόλο; 

Οι ρόλοι δεν είναι τίποτα παραπάνω από αφορμές. Αφορμές για να μεταφέρεις στο κοινό όσα θέλει να πει ο συγγραφέας για τη ζωή. Για αυτό πηγαίνει και ο κόσμος στο θέατρο. Δεν πηγαίνει μόνο για να γνωρίζει ιστορίες, αυτές είναι οι αφορμές. Οι ιστορίες μας είναι πολύ συγκεκριμένες. Έρωτας, ζωή, θάνατος. Αυτά είναι τα τρία μεγάλα κεφάλαια, στα οποία γυρίζουμε συνεχώς ανά τους αιώνες. Το ζήτημα εδώ είναι πώς μπορούμε να μεταφέρουμε το βασικό κομμάτι από αυτό που έχει γράψει ο συγγραφέας και θέλει να μεταφέρει στο κοινό του. Ουσιαστικά, εμείς οι ηθοποιοί είμαστε μεταφορείς μηνυμάτων. Οπότε η καλή δουλειά του ηθοποιού για μένα, είναι να μεταφέρει αυτούσιο το μήνυμα, χωρίς να προσθέτει προσωπικές ''σάλτσες''. Βεβαίως, εννοείται ότι άλλη είναι η ερμηνεία που κάνω εγώ και άλλη αυτή που κάνει ένας συνάδελφος και ούτω καθεξής. Αυτή είναι και η αξία και το ''όμορφο'' του επαγγέλματός μου. Δηλαδή ότι κάποιος πηγαίνει να δει ένα έργο, κάποιους ηθοποιούς, γιατί καταλαβαίνει περίπου το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθούν. 


Να υποθέσω ότι το μήνυμα του ''Κήπου'' ήταν και αυτό, που σας ώθησε να συμμετέχετε στο πρώτο παγκόσμιο ανέβασμά του;

Σαφέστατα. Και μάλιστα μέσα από μία κωμική αν θέλετε, και χιουμοριστική διάθεση, γιατί ο συγγραφέας διαθέτει πολύ χιούμορ, δεν είναι καθόλου βαρύγδουπος και σοβαροφανής. Ξέρετε, τα πιο σοβαρά πράγματα λέγονται με τον πιο αστείο τρόπο. Η ζωή μας δεν πρέπει να είναι σοβαροφανής, γιατί αυτό είναι μακριά από την ουσία της και το χιούμορ. Η ζωή μας διαθέτει χιούμορ και ανατροπή, γιατί το πρώτο σημαίνει το δεύτερο. Το χιούμορ λοιπόν, ήταν αυτό που μου κέντρισε και το ενδιαφέρον και την περιέργεια για να το κάνω. 

Η ιστορία διαδραματίζεται τη δεκαετία του ‘70. Ποιες διαφορές παρατηρείτε σε σχέση με τη σημερινή κοινωνία;

Όταν κοιτάμε τα πράγματα από απόσταση, τα στρογγυλεύουμε. Δε μπορώ να είμαι αντικειμενικός για εκείνη την εποχή, γιατί τα '70s  χαρακτήριζαν την προσωπική μου νεότητα, όντας παιδί και έφηβος και έχω δημιουργήσει μία ωραιοποιημένη εικόνα για τότε. Τα παιδιά των λουλουδιών, η επανάσταση, το παγκόσμιο κίνημα της ειρήνης, οι μουσικές,  που θεωρώ και ως πιο σημαντικές αυτές του '60 και '70, δε μπορώ παρά να τα κοιτώ με νοσταλγία. Και πάλι όμως, λέω ότι δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός, γιατί η απόσταση απαλύνει τις ''γωνίες''.

Μιλώντας για το παρελθόν και όντας ηθοποιός με σημαντική πορεία, πώς σας φαίνεται το θέατρο στη χώρα μας πια; 

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι το θέατρο έχει προχωρήσει πολύ τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι μόνο ο αριθμός των παραστάσεων, που είναι αστρονομικός. Ανεβαίνουν περίπου 1400 παραστάσεις το χρόνο, κάτι που δε συμβαίνει σε καμία άλλη χώρα της γης. Και το εννοώ κυριολεκτικά. Αυτός ο πληθωρισμός δεν είναι πάντα κάτι καλό και δείχνει συχνά μια απόγνωση και μια δυστοκία σε μηνύματα, εκτός από ενδιαφέρον. Το θέατρο έχει προχωρήσει πολύ, ξαναλέω, από τεχνικής πλευράς, αλλά χρειάζεται ακόμη δουλειά στον ανθρώπινο παράγοντα, που είναι ανεξέλεγκτος και συμβαδίζει με την εποχή. Η εποχή είναι σκληρή και δε χαρίζεται. Και αυτό αντικατοπτρίζεται στο θέατρο ως αντανακλαστικός καθρέφτης της κοινωνίας μας.  Δεν είναι καλύτερο ή χειρότερο, είναι κομμάτι της κοινωνίας αυτής.


Με βάση την εμπειρία σας, τι θα λέγατε στους ηθοποιούς, που διεκδικούν το όνειρό τους στην τέχνη, με βάση τις δυσχερείς πολιτικές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της χώρας;

Εννοείται να διεκδικήσουν τα όνειρά τους. Η κάθε γενιά διεκδικεί τα δικά της όνειρα και δε μπορεί να την σταματήσει τίποτα. Ούτε οι συμβουλές, π.χ. δες πως είναι τα πράγματα και τι έχεις να αντιμετωπίσεις. Οι νέοι έχουν την υποχρέωση να δημιουργήσουν τα δικά τους δεδομένα και δεν υπάρχει κανείς για να συμβουλεύσει. Το μόνο που μπορούμε να πούμε εμείς σαν παλιότεροι, είναι ότι χρειάζεται αφοσίωση, επιμονή και αντοχή. Το δικό μας επάγγελμα δεν είναι πρωταθλητισμός 100 μέτρων, είναι ένας συνεχής μαραθώνιος. Είναι θέμα αντοχής, όχι ταχύτητας. Και κερδίζει αυτός που αντέχει, όχι αυτός που τρέχει! 

Στο σημείωμά του, ο σκηνοθέτης σας Δημήτρης Μυλωνάς, εκφράζει μεταξύ άλλων ότι "ο Κήπος" μετατρέπεται σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης με τον άλλο, προπαντώς όμως με τον ίδιο τους τον εαυτό’’. Εσείς συμφωνείτε με την άποψή του;

Όλοι, μέσα μας διατηρούμε τα καλύτερα στοιχεία της ζωής μας, του χαρακτήρα μας και των γεγονότων που βιώνουμε. Υπάρχουν εκεί που δεν μπορούν άλλοι να τα προσεγγίσουν. Αυτός είναι ο προσωπικός μας κήπος. Είναι ό,τι καλύτερο και ευαίσθητο διαθέτουμε, που χρειάζεται προσοχή και φροντίδα. Από εκεί και πέρα, κάποιος μπορεί να το χαρακτηρίσει ως θερμοκηπιακό περιβάλλον, αλλά τα συναισθήματα και η ζωή μας χρειάζονται καλλιέργεια, όπως και ο κήπος. Αυτό είναι και το μήνυμα. Ότι δηλαδή πρέπει να καλλιεργήσουμε τον εαυτό μας και τη συνθήκη μέσα μας, για να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι. 


Κλείνοντας λοιπόν, αυτό θέλετε να εισπράξουν οι θεατές βλέποντας τον ''Κήπο'' σας;

Φυσικά. Τα μηνύματα τα λαμβάνει ο καθένας όπως νομίζει, το οποίο είναι πολύ ωραίο για μία παράσταση. Κι εκεί στοχεύουμε. Δεν κάνουμε διδασκαλία. Στο θέατρο δεν πρέπει να σηκώνεις το δάχτυλο και να δείχνεις στον κόσμο. Ο κόσμος καταλαβαίνει και λαμβάνει πράγματα. Ο καθένας παίρνει αυτό που έχει και ανάγκη και αυτό που νιώθει ότι του κάνει καλό. Ελπίζουμε και πιστεύουμε ότι είμαστε στο επίπεδο να προσφέρουμε στο θεατή κάτι αξιόλογο. Κάτι που θα τον κινητοποιήσει, θα τον κατευνάσει και θα τον καλλιεργήσει λίγο περισσότερο. Ακριβώς όπως καλλιεργούμε και τον προσωπικό μας κήπο. 


Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφιδάς

Για περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση ακολουθήστε τον παρακάτω σύνδεσμο: Έρχεται "Ο Κήπος" του Bruce Gooch στο Θέατρο Αυλαία