ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

Λάμπρος Κωνσταντάρας: Ανατρεπτικός και θυελλώδης, όπως η ζωή του


Αδιαμφισβήτητα, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας είναι ένας ηθοποιός που άφησε το δικό του στίγμα στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου μέσα από τους ποικίλους ρόλους που υποδυόταν και το γέλιο ή τη συγκίνηση, που κατάφερνε να σκορπά στο κοινό με τις εύστοχες ατάκες του. Ήταν ένας δύσκολος άνθρωπος με πολλές εμμονές, συγχρόνως, όμως, δεν μπήκε ποτέ σε καλούπι και όντας ένα ανήσυχο πνεύμα έφτιαξε τους δικούς του κανόνες που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους καλύτερους Έλληνες ηθοποιούς.

Γεννιέται στην οδό Πλουτάρχου 13 στο Κολωνάκι στις 13 Μαρτίου 1913, σε οικογένεια με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Έχει δύο αδερφές η μία εκ των οποίων είναι η η ηθοποιός Μίτση Κωνσταντάρα. Από μικρή ηλικία ασχολείται με τον αθλητισμό, είναι αθλητής της ΑΕΚ, τερματοφύλακας στην Β΄ομάδα την περίοδο 1929-30 και αθλητής στίβου σε αγωνίσματα ταχύτητας. Το 1930 κατατάσσεται, μετά από επιμονή της οικογένειάς του και χωρίς τη δική του θέληση, στην Σχολή Υπαξιωματικών Ναυτικού στην Κέρκυρα, από όπου τελικά δραπετεύει κολυμπώντας. Γλυτώνει το Στρατοδικείο μετά από ενέργειες της οικογένειάς του και το 1934 μετοικεί στο Παρίσι προκειμένου να σπουδάσει χρυσοχόος, με σκοπό να αναλάβει στη συνέχεια το οικογενειακό χρυσοχοείο στο κέντρο της Αθήνας. Εγκαταλείπει τις σπουδές του και κάνει διάφορες δουλειές, ώσπου τον ανακαλύπτει ο Γάλλος σκηνοθέτης Λουί Ζουβέ να παίζει ως κομπάρσος σε θεατρική παράσταση. Σπουδάζει ηθοποιός στο θέατρο «Ατενέ» και το καλοκαίρι του 1938 επιστρέφει στην Ελλάδα, ξεκινώντας πλέον καριέρα ηθοποιού.


Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας παίζει στο ελληνικό θέατρο για 40 χρόνια, μετέχοντας σε 191 παραστάσεις. Εμφανίζεται σε πολλές ελληνικές πόλεις, καθώς επίσης και στην Κύπρο, την Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια. Η πρώτη του παράσταση στην Ελλάδα είναι το καλοκαίρι του 1938 με τον θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη στο έργο «Τα παράσημα της γριούλας» του Φ. Μπάρυ και η τελευταία τον χειμώνα του 1978 με τον θίασο Λάμπρου Κωνσταντάρα - Νίκου Ρίζου - Μάρως Κοντού στο μιούζικαλ «Τρελές επαφές ρωμέικου τύπου» του Κώστα Πρετεντέρη. Για τη θεατρική του παρουσία, χαρακτηρίζεται ως ένας «υπέροχος ηθοποιός ρυθμού που είχε σπάνια αίσθηση του θεατρικού χρόνου.... με τέλεια κατοχή των εκφραστικών μέσων».

Γνωστός στο ευρύ κοινό, όμως, γίνεται μέσα από τους ρόλους του στον κινηματογράφο. Διακρίνεται στο ρόλο του ώριμου, πλούσιου και γυναικά ή του «πατέρα» αρκετών γνωστών σταρ της εποχής. Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας εμφανίζεται σε συνολικά 78 ελληνικές ταινίες, σε τέσσερις που γυρίστηκαν στη Γαλλία τη δεκαετία του 1930 και σε μία ελληνική που γυρίστηκε στην Αίγυπτο το 1950. Το 1969 κερδίζει το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στην ταινία «Ο Μπλοφατζής» (1969). Τελευταία του ταινία είναι «Ο Λαμπρούκος Μπαλαντέρ».


Όσον αφορά την προσωπική του ζωή, παντρεύεται πρώτη φορά το 1945 με την ηθοποιό Γιούλη Γεωργοπούλου, με την οποία αποκτά ένα γιο, τον δημοσιογράφο και βουλευτή Δημήτρη Κωνσταντάρα, ο οποίος του χαρίζει δύο εγγόνια: την Παυλίνα και τον Λάμπρο. Παντρεύεται δεύτερη φορά το 1971 με τη Φιλιώ Κεκάτου. Τα τελευταία χρόνια τα περνάει στη Βάρκιζα.

Το 2008 ένα θέατρο στο Αιγάλεω μετονομάζεται «Θέατρο Λάμπρος Κωνσταντάρας» σε αναγνώριση της συνεισφοράς του στο ελληνικό θέατρο και στον κινηματογράφο.

Σήμερα συμπληρώνονται 33 χρόνια από την μέρα που έπεσε η αυλαία της ζωής του, στις 28 Ιουνίου 1985, κατόπιν δύο σοβαρών εγκεφαλικών επεισοδίων που υπέστη.