ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

ΛΕΝΑ ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑ: ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΙΣΤΕΨΕΙ ΟΤΙ ΚΑΘΙΕΡΩΘΗΚΕ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΜΕΤΡΑΕΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ



Επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και αναμένεται να ενθουσιάσει, για άλλη μία φορά, το θεατρόφιλο κοινό της πόλης. Λίγο πριν την πρεμιέρα του έργου "Ο γάμος της Μαρίας Μπράουν" η Λένα Παπαληγούρα συνομιλεί με την Townsendia και δε διστάζει να αποκαλύψει πολλά για τη Μαρία Μπράουν, το ρόλο σύμβολο του Γερμανού σκηνοθέτη Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ.


Πρωταγωνιστείτε στο έργο "Ο γάμος της Μαρίας Μπράουν". Με λίγα λόγια το έργο αυτό τι πραγματεύεται;

Πρόκειται για μία μεταφορά της αριστουργηματικής ταινίας του Φασμπίντερ "Ο γάμος της Μαρίας Μπράουν" στο θέατρο. Αφορά τη ζωή της Μαρίας Μπράουν, η οποία μεγαλώνει στη Γερμανία, μετά τον πόλεμο, και μαθαίνει να επιβιώνει σε μία χώρα, που ανασυγκροτείται και ανοικοδομείται. Παρακολουθούμε τον χαρακτήρα και την πορεία της ζωής της Μαρίας Μπράουν σε μία χώρα διαλυμένη. Ο Φασμπίντερ μίλησε για ένα σύμβολο της ίδιας της Γερμανίας σε σχέση με την Μαρία Μπράουν. Αυτό είναι και το ενδιαφέρον σε αυτό τον χαρακτήρα, πέρα από τις συμβολικές προεκτάσεις, που μπορεί να έχει. Εκτός από αυτό υπάρχει και η αντιφατικότητα της Μαρίας Μπράουν. Αφενός πρόκειται για μία γυναίκα, η οποία μαθαίνει ότι για να επιβιώσει μπορεί και επιτρέπεται να κάνει τα πάντα. Γίνεται σκληρή, αδίστακτη και σχεδόν εκπλήσσεται κανείς από το πόσο διατεθειμένη είναι να κάνει τα πάντα, προκειμένου να τα καταφέρει και αφετέρου υπάρχει μία απόλυτα ρομαντική πλευρά. Είναι πολύ πιστή στον απόλυτο έρωτα και σε αυτή τη σχέση της με τον Χέρμαν, που δεν γνωρίζουμε αν είναι πραγματικό, ψευδές ή αν είναι μία δική της ανάγκη να πιστεύει σε αυτό προκειμένου να επιβιώσει.

Η Μαρία παντρεύεται τον Χέρμαν Μπράουν και ζει μαζί του μισή μέρα και μια ολόκληρη νύχτα. Ο Χέρμαν φεύγει στο μέτωπο και η Μαρία μάταια περιμένει την επιστροφή του. Πόσο εύκολο ή δύσκολο μπορεί να είναι αυτό για μια γυναίκα εκείνης της εποχής;

Νομίζω ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο για μια γυναίκα κάθε εποχής. Η Μαρία βιώνει πάρα πολύ έντονα συναισθήματα εκείνη τη μισή μέρα και την ολόκληρη νύχτα. Είναι σαν να προσπαθεί όλη της τη ζωή να ζήσει ξανά αυτό που έζησε. Για εμένα μπορεί το έργο αυτό να είναι πολιτικό και υπαρξιακό, αλλά ταυτόχρονα είναι και μία ιστορία αγάπης. Είναι η διαδρομή ενός ανθρώπου, που ψάχνει να βρει ακριβώς αυτή τη μέρα. Είναι και πολύ δύσκολο γιατί αναφερόμαστε σε μία χώρα στην οποία οι άντρες είτε λείπουν στον πόλεμο είτε έχουν πεθάνει και οι γυναίκες καλούνται να τα καταφέρουν μόνες τους. 




Είπατε ότι η Μαρία Μπράουν συμβολίζει το γερμανικό έθνος. Όταν η Μαρία γνωρίζει τον βιομήχανο υφασμάτων κοιτάει το μέλλον, όπως ακριβώς έκανε και η ίδια η Γερμανία, δηλαδή ξεχνάει το παρελθόν της και προχωράει. Πόσο ελπιδοφόρο μπορεί να είναι ένα μέλλον χωρίς παρελθόν, ειδικά όταν οι άνθρωποι αναγκάζονται να το αποσιωπήσουν;


Αυτό είναι ένα από τα βασικά θέματα του έργου είτε αναφερόμαστε στη Μαρία ως σύμβολο της Γερμανίας είτε ως σύμβολο μιας γυναίκας, η οποία επιβιώνει σε έναν πόλεμο. Από τα πολύ σημαντικά θέματα τόσο σε προσωπικό όσο σε συλλογικό επίπεδο. Το τί κάνουν οι άνθρωποι με το παρελθόν τους και το πόσο ένα παρελθόν, που πονάει, τους αναγκάζει να το ξεχάσουν προκειμένου να τρέξουν με πολλά χιλιόμετρα μπροστά. Αυτό οδηγεί την Μαρία να μην κοιτάει ούτε μέσα της ούτε πίσω της. Όταν αναγκαστεί να κοιτάξει μέσα της τότε οι ρωγμές θα είναι τεράστιες. Για εμένα το παρελθόν αφήνει τις ρωγμές του είτε θέλουμε να το δούμε είτε όχι. Για αυτό, όταν η Μαρία αντιλαμβάνεται το μέγεθος της διάβρωσης, που επήλθε στον εαυτό της, δεν υπάρχει επιστροφή.



Μία ηρωίδα, που ουσιαστικά χάνει τις αισθήσεις και τα αισθήματα για να έρθει κοντά στην ευτυχία...

Εγώ θα έλεγα για να καταφέρει να επιβιώσει ή να έρθει κοντά στην επιτυχία. Σίγουρα η Μαρία, όσο περνάνε τα χρόνια, δεν γίνεται περισσότερο ευτυχισμένη. Γίνεται τόσο δυστυχισμένη, που στο τέλος αυτή η δυστυχία δεν αντέχεται. Όλα προκύπτουν από το μονόδρομο της ανάγκης της να επιβιώσει και αυτό είναι και το συγκινητικό στο κείμενο του Φασμπίντερ. Αν δει κανείς ψύχραιμα το ρόλο της Μαρίας μπορεί να κάνει μεγάλη κριτική στο χαρακτήρα αυτό. Όμως ο τρόπος που παρουσιάζεται από τον Φασμπίντερ δεν σου αφήνει το περιθώριο της κριτικής απέναντι στο πρόσωπο γιατί βλέπεις ότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Κινείται από μία δύναμη που την υπερβαίνει, μία δύναμη σχεδόν ζωική. Ότι και να κάνει δεν γίνεται ύστερα από κάποια στρατηγική... 


Είπατε ότι η Μαρία έχει διαβρωθεί μέσα από τις πράξεις της. Τελικά, ένας άνθρωπος δεν μπορεί να κρατήσει καθαρό το Είναι του για να προχωρήσει και να έχει και την επιτυχία και την επιβίωση;


Για εμένα είναι και πολύ δύσκολο, αλλά και απαραίτητο. Έτσι αντιλαμβάνομαι το προχώρημα, ως έναν άνθρωπο που έχει συνείδηση και προχωράει ολόκληρος. Δεν πιστεύω ότι η Μαρία επί της ουσίας προχωράει. Μπορεί να κατακτάει πράγματα, μπορεί να γίνεται δυνατή και διάφορα άλλα, αλλά μέσα της δεν προχωράει. Αν δεν έχεις τη δύναμη να κοιτάξεις το παρελθόν σου και αν δεν έχεις τη δύναμη να κοιτάς που και που μέσα σου τότε αυτό δεν έχει σχέση με ένα πραγματικό προχώρημα. 




Να παραμείνουμε στους συμβολισμούς του έργου και να αναφέρω τη γνωστή φράση "Προτιμώ να κάνω εγώ τα θαύματα, παρά να περιμένω να γίνουν", που έχει γίνει ευρέως γνωστή μέσα από το έργο. Εσείς ποιον συμβολισμό δίνετε ακούγοντας τη φράση αυτή; 


Η φράση αυτή έχει νομίζω πολλές προεκτάσεις. Από τη μία μπορεί κανείς να πει ότι είναι μία φράση που είναι αξιοθαύμαστη, γιατί δίνει κουράγιο. Όντως είναι ωραίο να μην περιμένουμε τα θαύματα και να τα κάνουμε εμείς κατά κάποιο τρόπο. Να κάνουμε πράξη αυτό που λέει η Μαρία και να διεκδικούμε εμείς τα θαύματα όπως και την πραγματικότητά μας. Από την άλλη όμως αν σκεφτεί κανείς το συμβολισμό αυτού του προσώπου και ότι αυτό θα μπορούσε να το λέει μία ολόκληρη χώρα εμένα με τρομάζει. Μου δίνει μία αίσθηση παντοδυναμίας, σαν να λέμε ότι μόνοι μας μπορούμε να κάνουμε τα πάντα και δεν έχουμε κανέναν ανάγκη. Αυτό για εμένα είναι λίγο τρομακτικό. Μου δίνει μία εικόνα ενός πανίσχυρου όντος και αυτό με τρομάζει. 


Αν το μεταφέρουμε στην ιστορία της Γερμανίας μπορούμε να πούμε ότι μέσα από αυτή τη φράση ότι η Γερμανία δεν έχει μάθει από τα λάθη της; 


Σίγουρα αυτό είναι ένα από τα ερωτήματα που θέτει ο Φασμπίντερ. Το κατά πόσο είμαστε ώριμοι να μάθουμε μέσα από τα λάθη μας και κατά πόσο προχωράνε οι άνθρωποι μέσα από την καταστροφή, ή αν η καταστροφή είναι τόσο μεγάλη, που τελικά τους διαβρώνει και τι σημαίνει η ανασυγκρότηση ενός κράτους και των ανθρώπων του τόσο γρήγορα. Μπορεί να δούμε και προεκτάσεις του τί συμβαίνει στην Ευρώπη ή στην Αμερική, γιατί μιλάμε για ανοικοδόμηση ανθρώπων μετά τον πόλεμο. Όχι μόνο στη Γερμανία. Πρόκειται για ένα θέμα πιο συνολικό. Νομίζω αυτό που απασχολούσε πολύ τον Φασμπίντερ είναι βαθιά υπαρξιακό. 


Ένας τέλος όχι και τόσο ευχάριστο όπως είπατε πριν από λίγο. Ποιο σημείο είναι αυτό που την οδηγεί στο να δώσει το τέλος αυτό; 


Υπάρχουν πολλές εκδοχές και για αυτό το λόγο το τέλος δεν είναι και τόσο συγκεκριμένο. Δίνεται με έναν τρόπο αφηρημένο και αφήνει τη φαντασία του κάθε θεατή ελεύθερη για να μπορεί να δώσει κανείς τις δικές του ερμηνείες. Μία από τις ερμηνείες είναι ότι η Μαρία αναγκάστηκε στα ξαφνικά να κοιτάξει μέσα της και βλέπει πόσο διαβρωμένη είναι και πόσο έχει αναγκαστεί να παίξει έναν ρόλο, που δεν ήταν ο εαυτός της. Μία άλλη ερμηνεία είναι αυτή που έχει να κάνει με την προδοσία, που ένιωσε από τους δύο άντρες της ζωής της. Αντιλαμβάνεται ότι αυτοί οι δύο άντρες έχουν αναπτύξει κάτι μεταξύ τους και έχουν κάνει ένα σχέδιο από το οποίο την έχουν αφήσει απ' έξω. Και μία τρίτη εκδοχή είναι το κατά πόσο χάνει η Μαρία τον έλεγχο και αντιλαμβάνεται ότι έχει προδοθεί από αυτό το συναίσθημα, που ονομάζεται έρωτας. Όχι τόσο από τον άνθρωπο, αλλά από αυτό το συναίσθημα, που εκείνη έχει ως ιδανικό στο μυαλό της. 





Ψάχνοντας στοιχεία για το έργο παρατήρησα ότι δεν αναφέρεται πουθενά το επώνυμο της Μαρίας, παρά μόνο αφού παντρεύεται τον Χέρμαν Μπράουν. Κατά τη γνώμη σας ποιοι μπορεί να είναι οι λόγοι που οδήγησαν τον συγγραφέα του έργου στη δημιουργία μιας ηρωίδας άνευ επωνύμου;

Αυτό που βρίσκει η Μαρία μέσα από τον Χέρμαν είναι η ταυτότητά της. Έχει μεγάλη σημασία το ότι είναι η γυναίκα ενός άντρα, ακόμη και αν αυτός ο άντρας είναι απών. Γίνεται η Μαρία Μπράουν. Αποκτά ταυτότητα μέσα από το Μπράουν και για αυτό μέσα σε όλη της την πορεία θεωρεί ότι κάνει τα πάντα για αυτόν τον άντρα, ακόμη και αν αυτό είναι ψευδαίσθηση. Ήταν μια γυναίκα σαν όλες τις άλλες, χωρίς όνομα, και γίνεται η Μαρία του Μπράουν. Την καθορίζει πάρα πολύ αυτή η μισή μέρα και η ολόκληρη νύχτα. Αν το πάρει κανείς σαν ιστορία αγάπης, την σημαδεύει και μένει εκεί. Μάλιστα στην παράσταση το προσεγγίσαμε αυτό. Είναι σαν να μένει σε εκείνη την εποχή φωνητικά, ενώ εξελίσσεται και γίνεται σκληρή. Είναι το περίβλημά της... η εικόνα της να μένει σε αυτή την εποχή, της μισής μέρας και της μιας νύχτας.  


Σας άγχωσε η σκέψη του να σας συγκρίνει κάποιος με την τόσο χαρακτηριστική φιγούρα της Μαρίας Μπράουν στην ταινία;


Ναι, με άγχωσε πολύ γιατί στις ταινίες οι ρόλοι διαμορφώνονται και προσαρμόζονται πάνω στους ηθοποιούς. Παρακολουθώντας το έργο δεν μπορούσα να φανταστώ πώς θα προσεγγίσω το ρόλο ούτε πώς αυτό το έργο μπορεί να αποτυπωθεί σε θεατρικό έργο. Αυτό όμως ήταν και το δελεαστικό στην πρόταση. Αποδέχτηκα να κάνω το ρόλο ακριβώς επειδή δεν μπορούσα καθόλου να τα φανταστώ. Μου αρέσει ό,τι καινούριο και αυτό ήταν ένα στοίχημα που είχαμε βάλει. Να δημιουργήσουμε την Μαρία από την αρχή. 

Σας έχουμε συνηθίσει να πρωταγωνιστείτε μόνο σε ποιοτικές παραστάσεις. Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία επιλέγεται μία συνεργασία και φυσικά δεν αναφέρομαι μόνο στην Μαρία Μπράουν. 

Καταρχήν ευχαριστώ πολύ, αν και δεν μου αρέσει τόσο ο διαχωρισμός αυτός μιας και σε όλα τα πράγματα μπορεί κανείς να προσδώσει μία ποιότητα και αυτό είναι και το ενδιαφέρον. Εγώ επιλέγω πάντα με βάση το ένστικτό μου. Σίγουρα όμως αφορά τους συντελεστές, μετά το έργο και μετά το ρόλο. Αυτή είναι η σειρά με την οποία σκέφτομαι. Πρώτα να με ενδιαφέρει να δουλέψω με αυτούς τους ανθρώπους και να θέλω να τους γνωρίσω καλλιτεχνικά. Το δεύτερο είναι να με αφορά το έργο και να πιστεύω ότι έχω κάτι να πω μέσα από αυτό έργο, να κινητοποιεί και εμένα και τη ψυχή μου και να μου δίνει ένα πεδίο για σκέψη. Το τρίτο είναι να με αφορά ο ρόλος και να πιστεύω ότι μπορώ να συνδεθώ και να ταυτιστώ μαζί του ή να μην μπορώ καθόλου και να σκέφτομαι ότι θα είχε ενδιαφέρον αν μπορούσα. 



Λίγο πριν κλείσουμε αυτή την ενδιαφέρουσα συζήτηση θα ήθελα να μου πείτε αν δυσκολευτήκατε να καθιερωθείτε στο χώρο του θεάτρου...

Δεν αισθάνομαι ότι έχω καθιερωθεί. Αισθάνομαι ότι κάθε φορά τα πράγματα ξεκινάνε από την αρχή. Αυτό είναι και το πολύ ωραίο και το πολύ δύσκολο στη δουλειά μας. Αυτό σου δημιουργεί μια μαγεία, μια τεράστια γοητεία και δε βαριέσαι ποτέ, αλλά και μια τεράστια ανασφάλεια γιατί όταν κάποιος πιστέψει ότι καθιερώθηκε αρχίζει να μετράει αντίστροφα.

Σας αγχώνει η κάθε παράσταση;

Πάρα πολύ! Όσο περνάνε τα χρόνια με αφορά περισσότερο η διαδικασία παρά το αποτέλεσμα. Με ενδιαφέρει η κάθε παράσταση να είναι κάτι ζωντανό το οποίο εξελίσσεται, δουλεύεται, βαθαίνει και γίνεται πιο ουσιαστικό ακόμη και μετά την πρεμιέρα. Δεν θέλω να είναι κάτι ανασφαλές, το οποίο απλά το αναπαράγω. Φυσικά και με αγχώνει γιατί είναι μια ζωντανή διαδικασία, στην οποία πρέπει να δίνεις κάθε μέρα το 100% από τον εαυτό σου. Δεν υπάρχει έκπτωση σε αυτό, αλλά δεν με ενδιαφέρει και να υπάρχει. Το θέμα είναι να έχουμε κάθε μέρα καινούρια στοιχήματα, να έχουμε το φόβο αλλά να τον ξεπερνάμε, γιατί ο φόβος πάει μαζί με την γοητεία. Μπορείς να αισθανθείς σαν ορειβάτης χωρίς σκοινιά, αλλά ταυτόχρονα να ξέρεις αν έχεις δουλέψει στις πρόβες και αν έχουν μπει τα βήματα σωστά στο μονοπάτι να υπάρχουν σκοινιά. Αν πέφτεις ξανασηκώνεσαι... Αυτό είναι το θέμα. 

Λένε όταν πέφτει η αυλαία τότε πεθαίνει και ο ρόλος. Πώς είναι να βιώνετε τον θάνατο του ρόλου που σας άρεσε και αυτό μάλιστα συχνά; 

Όντως είναι σαν ένας μικρός θάνατος, ένας αποχωρισμός. Κάθε φορά είναι μία νέα αρχή και κάθε φορά είναι και ένα νέο τέλος. Μπορεί όσο περνάει ο καιρός να το συνηθίζεις, αλλά πάντα μέσα σε όλο αυτό υπάρχει και ένα μικρό πένθος. Υπάρχει ένα κομμάτι σου που μένει πίσω. Σου υπενθυμίζω όμως μέσα από αυτό και τη ματαιότητα του πράγματος οπότε με έναν τρόπο σε γειώνει. Αν νομίζεις ότι μία παράσταση μένει μόνο στις ψυχές των θεατών και δε μένει πουθενά αλλού τότε όλο αυτό είναι στον αέρα. Αυτή είναι η μαγεία και το τραγικό του πράγματος ταυτόχρονα. 

Κλείνοντας, να σας ρωτήσω για τα μελλοντικά σας σχέδια;

Θα είμαι στο έργο "Ο Ηλίθιος" του Ντοστογιέφσκι, σε σκηνοθεσία Νίκου Διαμαντή, στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά, για λίγες παραστάσεις μετά το Πάσχα και το καλοκαίρι θα ανεβάσουμε την "Ηλέκτρα" του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη. 

Συνέντευξη: ΕΡΗ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΟΥ

Για περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση ακολουθήστε τον παρακάτω σύνδεσμο: 'Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑ ΜΠΡΑΟΥΝ' ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ