ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΠΑΤΕ, Η ΕΜΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


Πάει κοντά μια εκατονταετία από την ημέρα που ο κινηματογράφος συστήθηκε στους Θεσσαλονικείς. Την εξέλιξη αυτής της γνωριμίας δύσκολα κάποιος θα μπορούσε να προβλέψει εκείνα τα χρόνια. Παρά τις τεχνικές και κοινωνικοπολιτικές δυσκολίες άνθισε μια σχέση εξάρτησης που με τον καιρό εξελίχθηκε σε αγάπη. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν θα ήταν δυνατό να επιτευχθεί χωρίς την συμβολή καινοτόμων σινεμά που τροφοδότησαν και στήριξαν τη σχέση αυτή. Ένα από αυτά ήταν και το σινεμά Πατέ που διέγραψε μια λαμπρή πορεία στο χρόνο χάρη στην πολιτική αβανγκαρντισμού που εφάρμοσαν οι ιδρυτές του.

Ιδρύεται το 1911 από τον Αρών Κοέν, στην παραλιακή οδό. Καινοτομεί συγκριτικά με του υπόλοιπους κινηματογράφους της πόλης καθώς είναι ο μοναδικός που προβάλλει τις ταινίες της γαλλικής εταιρίας Πατέ που μέχρι τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο κυριαρχεί στη διεθνή κινηματογραφική αγορά για αυτό και παίρνει το ομώνυμο όνομα. 

Σημαντική είναι η ποικιλία των ταινιών που προβάλλει καθώς πλουτίζει το πρόγραμμα του με δράματα και κωμωδίες, ενώ παράλληλα οργανώνει προβολές για παιδιά αλλά και φιλανθρωπικού χαρακτήρα. Οι ταινιοφάγοι της πόλης δείχνουν να εκτιμούν την προσπάθεια του κινηματογράφου να εξελιχθεί και σε τεχνικό επίπεδο τόσο αναπαράγοντας έγχρωμες ταινίες όσο συνοδεύοντας τα περισσότερα έργα με συνοδεία ορχήστρας υπό του μουσικού Βάιτ.

Η ιδιοπροσωπία του ενισχύεται όταν το καλοκαίρι του 1912 λειτουργούν παράλληλα δυο "Πατέ". Ο χειμερινός, στη γνωστή θέση, κι ένας θερινός στην οδό Πύργων, που προσθέτει ζυθοπωλείο και ορχήστρα και μετατρέπεται έτσι στον πιο πολυσύχναστο χώρο της πόλης για ψυχαγωγία.

Η προοδευτικότητα του Πάτε ήταν χαρακτηριστική και μη συγκρίσιμη. Λίγο μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στο Ελληνικό Κράτος, το 1913, ο ιδιοκτήτης του «Πατέ», ανακοινώνει ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο, μοναδικό για την εποχή. Επρόκειτο για τη δημιουργία ενός «σαλονιού θεαμάτων» σαν αυτά που άρχισαν να χτίζονται από τη δεκαετία του '60 και ύστερα. Δυστυχώς το όνειρο αυτό δεν πραγματοποιήθηκε για άγνωστους μέχρι τώρα λόγους και την αίγλη του, την έκλεψε ένας καινούργιος κινηματογράφος, το Παλλάς.  

Μια τριετία αργότερα, το 1917 η καταστροφική πυρκαγιά ξεσπάει στη Θεσσαλονίκη και ένα από τα θύματα της γίνεται και ο κινηματογράφος Πατέ που καταστρέφεται ολοσχερώς. Ξαναγεννιέται όμως μέσα από τις στάχτες του όταν λίγο αργότερα χτίζεται και επαναλειτουργεί σε νέα διεύθυνση. Όμως το κινηματογραφικό τοπίο της πόλης δεν ήταν πότε ξανά ίδιο όχι μόνο εξαιτίας της πυρκαγιάς, αλλά και της έναρξης του Α' Παγκοσμίου Πολέμου όπου υποχρεωτικά η κινηματογραφική ζωή της πόλης απέκτησε άλλους ρυθμούς. Για το Πατέ είχε ήδη ξεκινήσει να γράφεται το τέλος του. Η εικόνα του αμαυρώνεται στα μάτια των πολιτών όταν το 1918, στεγάζει προσωρινά όμηρους από τη Βουλγαρία.

Μετά το πέρας του πολέμου η διεύθυνση του "Πατέ" διαθέτει μεγάλα ποσά για την ανακαίνιση του. Στόχος, η υλοποίηση του οράματος που δεν είχε καταφέρει να πραγματοποιηθεί ως τότε δηλαδή, η αναβάθμιση του "ώστε να αναδειχθεί ως η τελειωτέρα κινηματογραφική αίθουσα ολοκλήρου της Ανατολής". Τα εγκαίνια γίνονται το Σεπτέμβριο 1925 και έτσι καταφέρνει να ξαναμπεί στον ανταγωνισμό με τους υπόλοιπους κινηματογράφους της πόλης.

Η άνοδος όμως αυτή ήταν περιστασιακή καθώς την περίοδο του μεσοπολέμου ο κινηματογράφος  αποτέλεσε πεδίο συγκεντρώσεων για τα μέλη της ακροδεξιάς. Το 1936, τη χρονιά που γίνεται η εξέγερση στη Θεσσαλονίκη και εγκαθιδρύεται η Δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ο κινηματογράφος Πατέ αλλάζει  διεύθυνση και περνά στα χέρια του Τζιρίτη. Ακόμα, όταν στις 9 Απριλίου 1940 οι Γερμανοί μπαίνουν στη Θεσσαλονίκη διατάζουν το άνοιγμα τριών κινηματογράφων για να φανεί ότι και υπό ξενική κατοχή η κοινωνική ζωή συνεχίζεται ομαλά. Ένας από αυτούς είναι και ο Πατέ που μετατρέπεται για πολλά χρόνια σε Germania Kino.

Μέσα από όλα αυτά ο κινηματογράφος Πατέ άρχισε να μουχλιάζει στις καρδιές του κοινού. Οι καρέκλες του άρχισαν να σκονίζονται και τα μηχανήματά του να σκουριάζουν. Η πόλη πια αναζητά κάτι καινούργιο, πιο εξελιγμένο κάτι πιο πρωτοποριακό και προπαντός πιο έμπιστο. Και σιγά-σιγά πέφτουν οι τίτλοι τέλους για ένα σινεμά που ξεκίνησε τόσο δυναμικά που μετεξελίχθηκε τόσο απρόσμενα  στην πορεία. Δεν έμεινε τίποτα πια από το Πατέ, μόνο γλυκόξινη γεύση για όσους το θυμούνται.