ΕΠΙΚΑΙΡΑ

6/recent/ticker-posts

ΒΑΡΒΑΡΑ ΔΟΥΜΑΝΙΔΟΥ: ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΠΟ ΦΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΣΚΟΤΑΔΙ


Συναντήσαμε την Βαρβάρα Δουμανίδου -σκηνοθέτη, ηθοποιό και δημιουργό του Θεάτρου του Άλλοτε- αμέσως μετά τις πρόβες του έργου "Η Τυφλόμυγα". Μας υποδέχτηκε με θερμή χειραψία και με ένα τεράστιο χαμόγελο. Είχε μία έντονη λάμψη και ένα ζεστό φως που έτσι για αντίθεση είπαμε να μιλήσουμε για το σκοτάδι, το οποίο κυριαρχεί στο έργο που ανεβάζει αύριο στο Blackbox.

Η Τυφλόμυγα από το Θέατρο του Άλλοτε. Το έργο τι πραγματεύεται; 

Η Τυφλόμυγα είναι ένα εγχείρημα που δημιουργήθηκε στο απόλυτο σκοτάδι. Είναι μία παράσταση όπου οι θεατές δεν βλέπουν απολύτως τίποτα παρά μόνο τις σκηνές που εμείς έχουμε επιλέξει να δώσουμε ως σημεία αναφοράς και που μας ενδιαφέρουν σαν ιστορία. Είναι η ιστορία των πρωτόπλαστων ανθρώπων από τη στιγμή που κατέβηκαν από τα δέντρα και μετά. Μπερδεύουμε βεβαίως  την επιστημονική εκδοχή του Δαρβίνου με την ιστορία της Θρησκείας, σε μια δεύτερη εκδοχή με πρωταγωνιστές πάλι τον Αδάμ και την Εύα. Αυτή τη φορά όμως ο Θεός δημιουργεί πάλι τον παράδεισο, πέφτει πάλι ένα μήλο, οι πρωτόπλαστοι το τρώνε για άλλη μία φορά αλλά αντί για το φως τους χαρίζεται το σκοτάδι. Τους λέει πολύ απλά πως την πρώτη φορά δεν τα καταφέρατε στο φως και θέλω να δω αν θα τα καταφέρετε στο σκοτάδι. Πέφτουν πάλι από τον παράδεισο και ακολουθούν μία πορεία, σχεδόν ίδια με την πρώτη, δηλαδή με αυτή που ζούμε τώρα. Θα έλεγα ότι είναι ένα βαθιά αιρετικό έργο, αρκετά σκοτεινό και πολύ σκληρό σαν κείμενο. Το κείμενο το έγραψε η Μαρία Ράπτη βασισμένο σε μία ιδέα δική μου και ασχολείται κυρίως με το πόσο λάθος δρόμο πήραμε από τη στιγμή που κατεβήκαμε από τα δέντρα ή εκδιωχτήκαμε από τον παράδεισο. Ο καθένας μπορεί να το ερμηνεύσει όπως θέλει.  

Η Τυφλόμυγα, όπως ήδη έχετε πει, είναι ένα έργο που πραγματοποιείται στο απόλυτο σκοτάδι. Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε στη σκηνοθεσία; 

Όταν επιλέγεις να κάνεις μία τέτοια παράσταση στην οποία οι ηθοποιοί πρέπει να παίζουν στο απόλυτο σκοτάδι και χωρίς καμία τεχνική υποστήριξη, τότε αυτό είναι αρκετά δύσκολο. Και πριν δύο χρόνια που απλά το σκηνοθετούσα και τώρα που παίζω. Οι ηθοποιοί παίζουμε στην απόλυτη τυφλότητα. Πρέπει να αφαιρέσουμε εντελώς την ασφάλεια των ματιών μας, της όρασής μας και να επικεντρωθούμε κυρίως στα συναισθήματα που πρέπει να προκαλέσουμε στον θεατή. Μπορώ να πω με χαρά πως ήταν ένα στοίχημα που κερδίσαμε, μιας και οι θεατές φεύγουν διαφορετικοί από την παράσταση. Εφόσον δεν έχουν κάποιο πρόβλημα υγείας αφήνουν τον εαυτό τους στο σκοτάδι να χαλαρώσει και να αφεθεί. Φυσικά αυτό δεν είναι ένα έργο που μπορούν να το παρακολουθήσουν όλοι. Το σκοτάδι είναι μία κατάσταση που ο καθένας την διαχειρίζεται διαφορετικά. Εμένα προσωπικά με γοητεύει.  Έτσι και ως ηθοποιός και ως σκηνοθέτης ενώ δυσκολεύτηκα αρχικά, - γιατί πρέπει να οριοθετήσεις τον χώρο που θα παίξεις χωρίς την ασφάλεια των ματιών σου- στη συνέχεια με συνεπήρε γιατί η διαδικασία του να προκαλέσεις στον θεατή συναισθήματα τα οποία είναι λίγο ξεχασμένα και να του ξυπνήσεις ένστικτα που δεν του είναι εύκολο να τα εξωτερικεύσει γιατί κυριαρχεί ο φόβος είναι μαγική. Όταν κυριαρχεί ο φόβος προσπαθούμε να κλειδωθούμε και όχι να ανοιχτούμε. Αλλά νομίζω ότι η Τυφλόμυγα τα καταφέρνει να ανοίξει μια σχισμή. 

Πόσο σημαντικός είναι ο λόγος σε μία παράσταση που ο θεατής δεν βλέπει;

Ο λόγος είναι ένα σπουδαίο κομμάτι του έργου. Η Μαρία Ράπτη  όπως συνήθως κατάφερε να γράψει ένα κείμενο, το οποίο άγγιξε πάρα πολύ την ιδέα μου. Έφτιαξε ήρωες πραγματικούς και τρομαχτικά ρεαλιστικούς. Όταν πήραμε τα κείμενα με την Ευρώπη και τον Δημήτρη προσπαθήσαμε να το ενσωματώσουμε στην ιδέα μου έτσι ώστε στο έργο να υπάρχει μία πλήρη αποτύπωση της ιδέας του σκοταδιού. Μέσα στο έργο κινούνται ήρωες όπως δολοφόνοι, ανθρωποφάγοι, παρανοϊκοί, προδότες. Άνθρωποι που ανεξέλεγκτα ζουν αυτή τη ζωή. Ως αγρίμια τους είναι πολύ πιο εύκολο να αντέξουν αυτή τη ζωή μέσω μιας άλλης οδού. Και η αλήθεια είναι πως είμαστε και καλοί και κακοί. Συνήθως επιλέγουμε να είμαστε κακοί γιατί είναι πιο εύκολο. Αυτό το σχόλιο ήθελα να κάνω στην Τυφλόμυγα, το ότι έχουμε πάρει ένα λάθος μονοπάτι από την απαρχή μας και πως με κάποιον τρόπο μπορούμε να βγούμε από αυτό. Δίνεται μία λύση αν και όχι τόσο ευχάριστη στο τέλος, αλλά δίνεται μία λύση. 

Σκηνοθετείτε και πρωταγωνιστείτε στην παράσταση. Δυσκολευτήκατε να αντεπεξέλθετε και στους δύο ρόλους; 

Η Τυφλόμυγα είναι ένα έργο που ανέβηκε και πριν από δύο χρόνια. Τότε μόνο σκηνοθετούσα και δεν έπαιζα. Στο να παίξω με έφερε η ανάγκη (γελάει). Οπότε δεν δυσκολεύτηκα τόσο πολύ όπως αν σκηνοθετούσα και έπαιζα ταυτοχρόνως. Επειδή ήταν ένα ήδη σκηνοθετημένο έργο μου ήταν λίγο πιο εύκολο. Βέβαια έγιναν πολλές αλλαγές από την πρώτη Τυφλόμυγα. Μπορώ να πω ότι είναι σχεδόν ένα άλλο έργο. Η Ευρώπη Αργυροπούλου, ο Δημήτρης Βασιλειάδης και εγώ δυσκολευτήκαμε πάρα πολύ στο να οριοθετηθούμε μέσα στο σκοτάδι χωρίς να βλέπουμε, χωρίς να πέφτουμε πάνω σε θεατές, χωρίς να τραυματιζόμαστε μεταξύ μας. Ναι, ήταν αρκετά δύσκολο, αλλά όλα γίνονται με σκληρή δουλειά, με συνέπεια και με προσπάθεια.


Ποιος είναι ο συμβολισμός του σκοταδιού, ποια είναι η βαθύτερη έννοιά του;

Το σκοτάδι είναι ένα κομμάτι του εαυτού μας. Είμαστε και από φως και από σκοτάδι. Μερικές φορές κυριαρχεί το ένα και μερικές φορές κυριαρχεί το άλλο. Κυρίως όμως είναι η αθέατή μας πλευρά. Στην παράσταση κυριαρχεί το σκοτάδι σαν μια πραγματικότητα, σαν μία νομοτελειακή συνθήκη, δεν υπάρχει κάτι άλλο.  Οι ήρωες ζουν στο σκοτάδι σαν να είναι στο φως. Για αυτούς δεν υπάρχει φως, δεν υπάρχει κάτι άλλο πέρα από το σκοτάδι, γνωρίζουν μόνο αυτή την κατάσταση. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μία συνθήκη σαν να είναι ο φυσικός μας χώρος και οι χαρακτήρες της παράστασης συμπεριφέρονται σαν να είναι κάτι το φυσικό. Το βαθύτερο νόημα του σκοταδιού δεν είναι τίποτε άλλο παρά η φύση μας. Είμαστε και από φως και από σκοτάδι.  

Η τυφλόμυγα ένα τολμηρό εγχείρημα. Ποιος είναι ο γενικότερος σκοπός της παράστασης; 

Να δούμε! Συνήθως κοιτάμε αλλά δεν βλέπουμε. Όταν αφαιρείς και από τον θεατή και από εμάς τους ηθοποιούς την αίσθηση της όρασης ερχόμαστε λίγο πιο κοντά στην αρχέγονη μας φύση.  Λειτουργούμε περισσότερο με το ένστικτό μας. Αυτό και μόνο, στην εποχή που ζούμε όπου η τεχνολογία έχει αλλάξει τις ζωές όλων μας, μας κάνει λίγο πιο άγριους, λίγο πιο πρωτόγονους. Το Θέατρο του Άλλοτε προσπαθεί να φέρει τους θεατές σε μία πιο πρωτόγονη κατάσταση. Να μπορέσουν να έρθουν σε επαφή με περισσότερα συναισθήματα από αυτά που έχουν συνηθίσει να νιώθουν στην καθημερινότητά τους όπως τρώω, κοιμάμαι, διασκεδάζω, μπαίνω στο ίντερνετ βλέπω τηλεόραση. Το Θέατρο του Άλλοτε προσπαθεί να φέρει τους θεατές σε επαφή με τα ένστικτά τους. Η Τυφλόμυγα ασχολείται κυρίως με τη φαντασία του θεατή. Δημιουργεί πολλαπλές πραγματικότητες. Επειδή το έργο σαν έργο έχει μία πολύ συγκεκριμένη οπτική είτε θεολογική είτε οντολογική αναλόγως από πού προέρχεσαι προσπαθεί να δώσει μία λύση. Προσπαθεί να δείξει πως είναι η κατάσταση τώρα και να σου δώσει μία ενδεχόμενη λύση για το πως η ζωή μπορεί να γίνει λίγο καλύτερη. 

Μέσα στο σκοτάδι θα δεις το πρόσωπό σου. Θα δεις εσένα και θα είσαι ανελέητος. Τελικά μόνο στο απόλυτο σκοτάδι μπορεί κανείς να δει τον πραγματικό του εαυτό; 

Ίσως μπορούμε να δούμε τον πραγματικό μας εαυτό στα δύο άκρα. Είτε στο απόλυτο φως είτε στο απόλυτο σκοτάδι. Επιλέγοντας το σκοτάδι για την παράσταση διαπιστώσαμε ότι η φαντασία του θεατή είναι πολύ χειρότερη από αυτό που εμείς θέλαμε να του δώσουμε. Ο κάθε ένας από τους θεατές φαντάζεται μία διαφορετική παράσταση. Φεύγοντας, ο κάθε θεατής δεν έχει δει το ίδιο έργο γιατί η φαντασία του είναι αυτή που τον οδηγεί σε διαφορετικά μονοπάτια, σε διαφορετικά μέρη. Έτσι, οι για παράδειγμα 80 θεατές βλέπουν 80 διαφορετικές παραστάσεις. Και συνήθως είναι διαφορετική παράσταση και από αυτή που εμείς έχουμε ορίσει. 81 διαφορετικές παραστάσεις λοιπόν... αυτό για εμένα είναι πολύ συναρπαστικό. Αυτός ήταν και ο σκοπός μας, να ορίσουμε το σκοτάδι σαν ένα εργαλείο για να μπορέσει ο θεατής να βγάλει αυτό που έχει στο υποσυνείδητό του. Και βέβαια συνήθως το υποσυνείδητό μας είναι πιο σκληρό και πιο άγριο από οποιαδήποτε παράσταση.


Σκοτεινό Ανθολόγιο Ποίησης, Κάτω Κόσμος, Η Τυφλόμυγα, Τίποτα... Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι το Θέατρο του Άλλοτε δεν ανεβάζει συνηθισμένες παραστάσεις. Η επιτυχία των παραστάσεων έρχεται μέσα από το διαφορετικό; 

Δεν ξέρω το κατά πόσο έρχεται μέσα από αυτό και δεν ξέρω και το κατά πόσο θεωρούμαστε επιτυχημένοι. Εμείς κάνουμε αυτό που αγαπάμε, που μας γοητεύει και που μας αρέσει. Σίγουρα θέλουμε να έχουμε μία διαφορετική στάση απέναντι στον θεατή. Για αυτό τον λόγο προσπαθούμε να τον τοποθετούμε μέσα στη δράση και όχι στην πλατεία όπου κάθεται στην καλή του καρέκλα και μας παρακολουθεί σχεδόν αμέτοχος. Θέλουμε να τον βάζουμε στην πραγματικότητά μας, στην καρδιά της παράστασης. Αυτό το επιτυγχάνουμε με το να καταργούμε την πλατεία και τη σκηνή, αλλά κυρίως με το να προσπαθούμε να ενεργοποιήσουμε τα συναισθήματά του. Να τον κάνουμε να πονέσει, να κλάψει, να γελάσει, να νιώσει, να ακούσει, να μυρίσει, να δει... αυτό ναι, νομίζω είναι μία επιτυχία της ομάδας.

Ο θεατής είναι έτοιμος να συναντήσει ένα τέτοιο έργο; 

Η πρώτη μας παράσταση ήταν "Ο Φόβος"  βασισμένο σε κείμενα του Edgar Allan Poe. Ήταν μία πολύ ωραία δοκιμή για να δούμε τι αντέχει ο θεατής. Ήταν επίσης ένα σκληρό έργο όπου οι θεατές ήταν όρθιοι στο Μπενσουσάν Χαν και διαπιστώσαμε, γιατί παίχτηκε τρεις σεζόν πολύ πετυχημένες, πως οι θεατές διψούσαν για κάτι τέτοιο, το είχαν ανάγκη. Η αλήθεια είναι πως ξεκίνησε ως δική μας ανάγκη ως θεατές, αφαιρώντας την ιδιότητα του ηθοποιού και του σκηνοθέτη. Το Θέατρο του Άλλοτε ξεκίνησε ως ανάγκη γιατί είχα βαρεθεί να βλέπω τετριμμένες και στερεότυπες παραστάσεις, βασισμένες σε πολύ συγκεκριμένα κείμενα και σε πολύ συγκεκριμένες σκηνοθεσίες. Ένιωσα την ανάγκη ως θεατής και μετά ακολούθησαν διάφοροι φίλοι και συνεργάτες  και κάπως έτσι φτιάξαμε το Θέατρο του Άλλοτε και θέλουμε να πιστεύουμε πως αφήσαμε το στίγμα μας. Οι θεατές νιώθουν και συναισθάνονται αυτό που έχουμε να τους δώσουμε, περνάμε δηλαδή μέσα τους.

Το θέατρο του Άλλοτε ανεβάζει σχεδόν κάθε φορά έργα, τα οποία κατά κύριο λόγο είναι πρότυπα και αγγίζουν το σκοτεινό κομμάτι της ψυχής μας όπως δηλώσατε στο παρελθόν. Πιστεύετε ότι το θέατρο έχει ανάγκη τέτοιου είδους έργα και κείμενα; 

Ναι, γιατί το θέατρο δεν είναι μόνο ψυχαγωγία, δεν είναι μόνο να γελάσεις, να πας να περάσεις καλά και να φύγεις. Κυρίως είναι προβληματισμός και τροφή για την ψυχή σου. Εάν δεν θρέψεις τη ψυχή σου με ένα θεατρικό έργο τότε ποιος ο λόγος να υπάρχουν θεατρικές ομάδες και παραστάσεις. Πρέπει μέσα από το θέατρο να ταΐζουμε την ψυχή μας. Η ψυχαγωγία είναι ένα κομμάτι που βέβαια δεν το σνομπάρω καθόλου. Ίσα - ίσα είναι ένα κομμάτι που μου αρέσει πολύ και με ενδιαφέρει. Απλά εμείς δεν κάνουμε τέτοιου είδους έργα, δεν κάνουμε κωμωδίες ακόμη. Μπορεί να το κάνουμε κάποια στιγμή αλλά με το δικό μας στίγμα. Θεωρώ το να αγγίζεις τη σκοτεινή πλευρά της ψυχής σου έχει μία γοητεία. Και η γοητεία είναι ακριβώς επειδή αυτή η πλευρά είναι ανεξερεύνητη. Ασχολούμαστε πάρα πολύ με το φωτεινό κομμάτι και την καθημερινότητά μας και δεν αγγίζουμε καθόλου αρχέγονα κομμάτια μας τα οποία είναι εκεί... κοιμούνται  ασφαλή και ήσυχα και πρέπει κάποια στιγμή να τα ταράξουμε, να τα αναστατώσουμε για να βγούνε και αυτά προς τα έξω. Το σκοτάδι δεν είναι απαραίτητα κακό. Πρέπει να έρθουμε σε πλήρη συμφιλίωση μαζί του γιατί είναι κομμάτι της φύσης μας. Είμαστε φτιαγμένοι από σκοτάδι και φως. Θέλω να πιστεύω ότι μέσα σε όλο αυτό το σκοτάδι οι θεατές μπορούν να έρθουν λίγο σε επαφή με τα κομμάτια τους τα οποία έχουν λίγο παραμελήσει. Να τα βρουν, να τα χαϊδέψουν, να τα βγάλουν λίγο στο φως, να τα αγκαλιάσουν, να συμφιλιωθούν μαζί τους για να γίνουμε λίγο πιο ολοκληρωμένοι σαν άνθρωποι.

Για περισσότερες πληροφορίες για το έργο πατήστε εδώ: Η Τυφλόμυγα

Συνέντευξη: Έρη Χριστοφορίδου